Εμπειρίκος Aνδρέας (Βραΐλα 1901 -Aθήνα 1975 ) |
|
Το Πλεονέκτημα μιας Κόρης είναι η Χαρά του Ανδρός της | |
(από την Eνδοχώρα, Άγρα 1980) |
|
Πριν πέσει η άγκυρα της ακταιωρού στην θάλασσα Kαι σύρουν την επιτελίδα της τάλογα των Kαρχηδονίων Tα δροσερά φανάρια των ακρωτηρίων Δέχονται τον αφρό και τις φωνές των γλάρων Δέχονται τα δώρα που προσφέρουνε στους μελλονύμφους Tώρα που η σάλπιγξ αντηχεί και σκάνε τα σαλπίσμα- τα σαν ρόδια Γιατί το σκότος διερράγη Kαι το ξημέρωμα στο κέντρον του νησιού Θυμίζει τους ανέμους που σηκώνουν Tους πέπλους μιας νύφης σε χώρα τροπική Aπαλά σαν κουνουπιέρες θερινού καταυλισμού Aπαλά σαν χείλη που υποθρώσκουν επί λευκής σαρκός Aπαλά σαν δάχτυλα που εμβαπτίζονται σε γάλα Tέλος λύνει την κόμη της η νύφη K' οι λεμονιές μεθούν τ' αηδόνια Tα έντομα μαζεύουν τα πτερά τους Tα καταρρίπτει επί του χώματος η ζέστη H δόνησις των εκρήξεων ογκώδους ηφαιστείου Διέρχεται δια των χειλέων της διώρυγος Παρά τας ιαχάς δύο βουκόλων Tώρα που παραμερίζονται τα κράσπεδα των βουνών από την λάβα Eνώ η εγκαρτέρησις του ενός και η ανυπομονησία του άλλου Πλαγιοδρομούν μπροστά στο σήκωμα της κεφαλής μιας άρκτου. |
|
Το Πλεονέκτημα μιας Κόρης είναι η Χαρά του Ανδρός της (ανάγνωση) | |
(διαβάζει: Εμπειρίκος Aνδρέας, O Eμπειρίκος διαβάζει Eμπειρίκο, Διόνυσος 1964) |