Εις τον κρατήρα αυτόν από αγνόν ασήμι — που για του Ηρακλείδη έγινε την οικία, ένθα καλαισθησία πολλή επικρατεί — ιδού άνθη κομψά, και ρύακες, και θύμοι, κ’ έθεσα εν τω μέσω έναν ωραίον νέον, γυμνόν, ερωτικόν· μες στο νερό την κνήμη την μια του έχει ακόμη.— Ικέτευσα, ω μνήμη, να σ’ εύρω βοηθόν αρίστην, για να κάμω του νέου που αγαπούσα το πρόσωπον ως ήταν. Μεγάλη η δυσκολία απέβη επειδή ως δέκα πέντε χρόνια πέρασαν απ’ την μέρα που έπεσε, στρατιώτης, στης Μαγνησίας την ήτταν.