|
Η ώρα μια την νύχτα θάτανε, ή μιάμισυ.
Σε μια γωνιά του καπηλειού· πίσω απ’ το ξύλινο το χώρισμα. Εκτός ημών των δυο το μαγαζί όλως διόλου άδειο. Μια λάμπα πετρελαίου μόλις το φώτιζε. Κοιμούντανε, στην πόρτα, ο αγρυπνισμένος υπηρέτης.
Δεν θα μας έβλεπε κανείς. Μα κιόλας είχαμεν εξαφθεί τόσο πολύ, που γίναμε ακατάλληλοι για προφυλάξεις.
Τα ενδύματα μισοανοίχθηκαν — πολλά δεν ήσαν γιατί επύρωνε θείος Ιούλιος μήνας.
Σάρκας απόλαυσις ανάμεσα στα μισοανοιγμένα ενδύματα· γρήγορο σάρκας γύμνωμα — που το ίνδαλμά του είκοσι έξι χρόνους διάβηκε· και τώρα ήλθε να μείνει μες στην ποίησιν αυτή.
|
 |
(Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984)
|
Να μείνει (ανάγνωση: 1251 Kb - 01:04) |
(διαβάζει: Σαββίδης Γ. Π., K.Π. Kαβάφης. Πενήντα οκτώ ποιήματα. Διαβάζει ο Γ.Π. Σαββίδης, Ποικίλη Στοά-Σπουδαστήριο Nέου Eλληνισμού 1999) |
Να μείνει (ανάγνωση: 1164 Kb - 00:59) |
(διαβάζει: Σουλιώτης Μίμης, Ανέκδοτη ηχογράφηση, Αθήνα 2002) |
|