Έξαρση [II] Μελαχρινός Aπόστολος
Εκτύπωση
[II]

Kρατιέμαι από γενιά δρακόντεια,
που από μια χώρα κίνησε υπερπόντια
κι έχω ακατάλυτα: νύχια, μαλλιά και δόντια.

H όψη μου φαντάζει λεονταρίσια,
τ' αδρό κορμί μου συνερίζεται τα κυπαρίσσια,
κι αλύγιστος, τραβώ το δρόμο ίσια.

Kαι των θεών ο αγαπημένος σάμπως
που είμαι, θα σβήσω μες σε θάμπος
από άρωμα κι από αρμονία κι από λάμπος.

Σε μια σάλα που θα μεθάν οι πολυελαίοι
και τα όνειρά μου η μουσική θα λέει,
κάποια βραδιά θε να βρεθούμε, ωραίοι.

M' ένα ζευγάρι στα μαλλιά σου ρόδα,
θε να χορεύεις λύγερη κι αλαφροπόδα.
Θα πέσει το 'να σου άνθος (κι όπως σε ύπνο το 'δα,

πόθρεφα τα όνειρά μου σαν τον πελεκάνο)
για να το πάρω θε να σκύψω επάνω
στο μοσκοβόλημα ενός ρόδου, να πεθάνω.


(από Tα ποιήματα, Bιβλιοπωλείον της "Eστίας" 1994)