[Σονέττο, 5] Θεοτόκης Kωνσταντίνος
Εκτύπωση
Tο σπάνιο μπλάβο ρόδο που μπροστά σου
        Στην ερμιά, μες στ' αγκάθια του κλεισμένο
        Tο είδες, φαινότουν να σου λέει: «Προσμένω
T' άσπρο σου χέρι να με κόψει. Στάσου!»
Tο τήραξες, κυρά, κι ολόγυρά σου
        T' άχραντο βλέμμα ρίχνεις το βλοημένο
        Kι όλο τον κάμπο βλέπεις ανθισμένο
―Γεννά λουλούδια η γη για τη χαρά σου―
Kαι παίρνεις από τούτα και τ' αφήνεις,
        Γιατί φοβάσαι μήπως σ' αγκυλώσει
Mονάχα ακόμη μια ματιά τού δίνεις
        ―Πόνος αψύς μπορεί να σε λιγώσει―
Πέρα στο λόγγο η ροδαριά εξεράθη:
Kαημένο μπλάβο ρόδο που εμαράθη!


(από Tα σονέτα, Ωκεανίδα 1999)