Αφώλιαστο πουλί Τέλλος Άγρας
Εκτύπωση
Τα χελιδόνια τα πουλιά
στ’ ανώφλια χτίζουν τη φωλιά
και στη σκεπή την άσπρη,
με χόρτο και με λάσπη.
 
Μέσα από μούσκουλην ογρή
συνάζει ο σπίνος ό,τι βρει
και φορτωμένος τρέχει
και τη φωλιά του πλέχει.*
 
Ρίζες και τούφες το μαλλί
η καρδερίνα κουβαλεί,
και, σα βαθύς τεχνίτης,
χτίζει φωλιά δική της.
 
Πουλάκια χτίζουν τις φωλιές
σε κούφια δέντρα, σε σπηλιές.
Θες φλώρος, θες σπουργίτι,
έχει δικό του σπίτι.
 
– Μα εσύ, καλέ τραγουδιστή,
φωλιά δε νοιάζεσαι –γιατί;
Κούκο καλέ μου, στάσου:
Πού τα γεννάς τ’ αυγά σου;
 
– Να χτίζω εγώ δεν ευκαιρώ.
Τραγούδι θέλω να χαρώ…
Γεννώ σε ξένο τόπο
και βγαίνω από τον κόπο.
 
Αυγά κι αν κάνω περισσά,
ξένη φτερούγα τα κλωσά.
Μα η Πλάση δε χωρίζει,
και ξένον δε γνωρίζει!
 
 
 
* πλέχει: πλέκει.


(από το βιβλίο: Aνθολόγιο για τα παιδιά του Δημοτικού, μέρος δεύτερο, Oργανισμός Eκδόσεως Διδακτικών Bιβλίων, 1975)