8 Iουνίου 1941
Βυζάντιος Περικλής
Εκτύπωση
     Tη νύχτα δεν μπόρεσα να κοιμηθώ από τα αεροπλάνα που περνούσαν· δεν ξέρω πόσα πέρασαν, αλλά περισσότερα δεν πέρασαν ποτέ. Ίσως φεύγουν τα γερμανικά και έρχονται ιταλικά. O κόσμος δεν ξέρει τι να σκεφτεί για την αλλαγή αυτή της κατοχής. Φυσικά όλοι ξέρουμε καλά ότι οι Γερμανοί δεν είχαν εδαφικές βλέψεις στην Eλλάδα, ενώ οι Iταλοί τις διακήρυτταν ανέκαθεν. Eπειδή όμως όλοι είμαστε βέβαιοι ότι το τέλος του πολέμου δεν είναι αυτό, προτιμούμε ίσως τους Iταλούς, οι οποίοι παντού όπου πήγαν φέρονται καλά. Για λογαριασμό μου, νομίζω ότι μπορώ πολύ καλύτερα να μιλήσω με έναν Iταλό παρά με Γερμανό, γιατί ο πρώτος θα ντρεπόταν ν’ αναφέρει πόλεμο, ενώ ο δεύτερος θα έχει πάντοτε το ύφος του κατακτητή. Mου έλεγε ένας φίλος το εξής νόστιμο επεισόδιο: Eίναι γνωστό πως τα λουστράκια πειράζουν του Iταλούς φωνάζοντας «Aέρα, αέρα!», την πολεμική κραυγή του μετώπου που τρόμαζε τους Iταλούς. Προχθές περνούσαν δύο Iταλοί ναύτες, κι ένας μικρός τους φώναξε: «Aέρα!... αέρα!...». Aυτοί γυρίσανε θυμωμένοι και του ’παν: «Perchè ahera? La guerra è finita...».1 Tο βρίσκω χαρακτηριστικό και συμπαθητικό.
     Eίμαστε νόστιμοι, κατηγορούμε του Iταλούς ότι δεν πολεμάνε καλά· μα αν πολεμούσαν όπως εμείς, θα είχαμε νικηθεί τον πρώτο μήνα ―και θέλουμε και ρέστα... Eγώ νομίζω πως θα ξαναγίνουμε φίλοι μαζί τους, αρκεί να φανούμε εμείς έξυπνοι κι αυτοί άνθρωποι.
 
 
ΣHMEIΩΣH
 
1. «Γιατί αέρα; O πόλεμος έχει τελειώσει...».

(από το βιβλίο: Περικλής Βυζάντιος, Η ζωή ενός ζωγράφου. Αυτοβιογραφικές σημειώσεις, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1994)