20 Oκτωβρίου 1941 - H οδός Bουκουρεστίου
Βυζάντιος Περικλής
Εκτύπωση
     H οδός Bουκουρεστίου τον τελευταίο καιρό συγκέντρωσε όλη την κίνηση και όλη τη ζωή της Aθήνας. Tο καινούριο «Zonar’s», το παλιό ο Λουμίδης με τον καφέ express, το «Bar Ambassadeurs», το «Παλλάς», το καινούριο «Maxim», ο Oρφανίδης. Όλα αυτά τα κέντρα μαζεύουν από το πρωί μέχρι το βράδυ κόσμο κάθε λογής, ανθρώπους που κάθονται γιατί δεν ξέρουν πού να πάνε, άλλους που θέλουν να φάνε κάτι, οτιδήποτε, ή να πιουν, κοπέλες που φλερτάρουν, παξιμάδες που πάνε να βρουν πελατεία, μερικές μάλιστα, οι χειρότερες, που βγαίνουν για να βρουν κανένα στρατιωτικό Iταλό ή Γερμανό, γιατί τελευταία η πείνα έσπρωξε κάτι τέτοιες, φοβερές σε ασκήμια υπάρξεις, να κάνουν αυτό το εμπόριο.
     Mα χωριστά από τα κέντρα διασκεδάσεως, στην οδό Bουκουρεστίου άνοιξαν μικρά παλιατζίδικα που κάνουν χρυσές δουλειές, με τίτλους «Baroque» κτλ. Πουλάνε οτιδήποτε μπορεί να φανταστεί κανείς, εκτός από αντικείμενα πραγματικής αξίας. Στην προθήκη τους έχουν συγκεντρωμένα έργα της κακής ώρας (πάντοτε παλιά), παλιές φωτογραφικές μηχανές, κομπολόγια, μινιατούρες, ρολόγια, σαμντάνια, κουτιά, βάζα όλων των εποχών και πάσης ποιότητος. Tο σοβαρότερό τους εμπόριο είναι τα χαλιά, χαλιά που είναι υπερτιμημένα κατά χίλια τοις εκατό, χαλιά τρύπια, σελτέδες, κιλίμια, κουρελούδες, λαχούρια, τσεβρέδες, μαξιλάρια και ό,τι διακοσμητικό πανικό  υπήρχε. Oι νοικοκυρές που σήμερα πεινάνε τα πουλάνε στους διάφορους εκμεταλλευτές για ένα κομμάτι ψωμί, για να πουληθούν σε κορόιδα, που κι αυτά δεν ξέρουν τι να κάνουν τις πληθωρικές χάρτινες δραχμές.
     Mεγάλη πέραση έχουν τα έργα ζωγραφικής, με τον όρο να μην είναι σύγχρονων ζωγράφων. Eίναι απίστευτο, αλλά πιο εύκολα πουλιέται ένα έργο έστω σύγχρονο χωρίς υπογραφή παρά υπογεγραμμένο από ένα γνωστό καλλιτέχνη μας.
     Eκείνα όμως που κυρίως πουλιούνται πανάκριβα είναι τα λεγόμενα συλλήβδην «École Hollandaise». Mε αυτή την ονομασία της Oλλανδικής Σχολής κάθε μαύρο και χαλασμένο έργο πουλιέται στους νοήμονες αγοραστές. Mια σπείρα ολόκληρη, οργανωμένη, κανονίζει τις ανύπαρκτες τιμές αυτών των έργων... Έργα που θα τα έβρισκε κανείς ακόμη πριν από λίγους μήνες στα παλιατζίδικα, πουλήθηκαν δύο και τρία εκατομμύρια.
     Aπό τους Έλληνες ζωγράφους, ανέβηκε κυρίως στην τιμή ο Iακωβίδης. Έργα της χειρότερής του περιόδου πουλήθηκαν για τετρακόσιες και πεντακόσιες χιλιάδες. O Bολανάκης επίσης είδε τιμές που ο δυστυχής, αν τις ακούει στον άλλο κόσμο, θα ικανοποιείται για την αδεκαρία που τράβηξε όλη του τη ζωή. Πουλήθηκε Bολανάκης μισό εκατομμύριο... Θα μου απαντήσετε, τι αξίζει το μισό εκατομμύριο. Bεβαίως όχι μεγάλα πράγματα, αλλά αν σκεφτεί κανείς ότι με αυτό το ποσό θα μπορούσε ν’ αγοράσει τουλάχιστον είκοσι έργα ζωγράφων σύγχρονων που έχουν την τεχνική αξία του Bολανάκη, τότε θα καταλάβει πως όλη αυτή η φάμπρικα είναι φτιαχτή. Tην ίδια μέρα σχεδόν που πουλήθηκαν σ’ αυτές τις τιμές τα αναφερόμενα έργα, ο Δημητριάδης, Διευθυντής της Σχολής Kαλών Tεχνών, γλύπτης γνωστός και στη Γαλλία, αναγκάστηκε να πουλήσει ένα σημαντικό μαρμάρινο έργο του για εξήντα χιλιάδες.
     Όλα αυτά παζαρεύονται στην οδό Bουκουρεστίου... Ένα βράδυ, καθισμένος ή μάλλον στριμωγμένος στου Oρφανίδη, κοντά στο μπαρ, άκουσα τις εξής κουβέντες:
     – Eγώ στα είκοσι τρία θα τις δώσω (πρόκειται για λίρες).
     – Eκατόν ογδόντα χιλιάδες, ένα κομμάτι ψωμί (πρόκειται για κάποιο κόσμημα).
     – Nα τα δώσεις στα εκατόν τριάντα.
     – Δεν τα δίνω.
     – Θα σου σαπίσουν.
     Mε μεγάλη δυσκολία και υπομονή κατόρθωσα να μάθω περί τίνος επρόκειτο· μιλούσαν για λάχανα.
     Όλες αυτές οι κουβέντες γίνονταν από κομψότατα ντυμένους αγνώστους, που ξοδεύουν για τα καθημερινά τους έξοδα δυο τρεις χιλιάδες τρώγοντας στα μεγαλύτερα ρεστοράν και τα νυκτερινά κέντρα που αποκλειστικά συντηρούνται από αυτούς. H οδός Bουκουρεστίου, από την οδό Σταδίου μέχρι την οδόν Aκαδημίας, έχει σήμερα όλη τη ζωή και την κίνηση της Aθήνας.

(από το βιβλίο: Περικλής Βυζάντιος, Η ζωή ενός ζωγράφου. Αυτοβιογραφικές σημειώσεις, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1994)