24 Νοεμβρίου 1941
Βυζάντιος Περικλής
Εκτύπωση
     Σήμερα το πρωί τηλεφώνησα στο φίλο μου καθηγητή Παπαναστασίου, στο Βαρβάκειο, να τον παρακαλέσω να ειδοποιήσει πως ο γιος μου είναι άρρωστος και δε θα πάει στο μάθημα.
     – Αλό... Εσύ είσαι Χρίστο... τι κάνεις;
     – Τι να κάνω... είμαι σε αθλία κατάσταση από χτες.
     – Γιατί;
     – Μην τα ρωτάς. Πέθανε ο σπιτονοικοκύρης μου προ τεσσάρων ημερών και τον έχουμε άταφο στο σπίτι. Δεν υπάρχει ούτε φέρετρο ούτε μέσο μεταφοράς...
     Χτες ένας γνωστός μου είχε πάει στο κέντρο «Piccadilly»1 να φάει ένα γλυκό, όταν ένα παιδάκι, που τον τραβούσε να του δώσει κάτι, λιποθύμησε μπροστά του από εξάντληση. Το σήκωσε, του έδωσε ένα ποτήρι νερό, και όταν το μικρό συνήλθε, του έφερε ένα δισκάκι με τρία γλυκά για να φάει. Ο μικρός, μόλις τα είδε, γούρλωσε τα μάτια του και άρχισε να φωνάζει και να γελάει, ένα δυνατό, παράξενο γέλιο. Το δυστυχισμένο μικρό είχε τρελαθεί από τη θέα της τροφής.
     Έξω από το εστιατόριο «Αβέρωφ», προχτές τη νύχτα, στα σκοτεινά, ακουγότανε μια γοερή φωνή: «Πάρτε το... πάρτε το...». Πλησίασαν μερικοί, με την ιδέα πως κάτι πουλούσε ο μεσόκοπος εξαντλημένος άνθρωπος. Ο δυστυχισμένος δεν πουλούσε τίποτε, πρόσφερε στους περαστικούς ένα δυστυχισμένο κοκαλιάρικο αγοράκι, το παιδί του, που δεν μπορούσε πια να το θρέψει. «Πάρτε το... λυπηθείτε το... θα πεθάνει...»
     Έγινε και ο αιφνίδιος θάνατος από πείνα, στη μέση του δρόμου, συνήθεια. Χτες, κατεβαίνοντας την οδό Βουκουρεστίου, είδα έναν ξαπλωμένο νεκρό, και οι διαβάτες σταματούσαν μια στιγμή, καταλάβαιναν περί τίνος πρόκειται, και τραβούσαν το δρόμο τους. Και όμως, δυο βήματα παρακάτω, στα μεγάλα ζαχαροπλαστεία του «Zonar’s» και του «Γιαννάκη», η ζωή, τα φώτα και τα γέλια (αν και το γέλιο έγινε σπάνιο) εξακολουθούσαν. Αλλά και όσοι ακόμη οπωσδήποτε τρώμε και δεν πρόκειται προς το παρόν να πέσουμε στη μέση του δρόμου, έχουμε τον βέβαιο κίνδυνο να μην μπορέσουμε μια μέρα να σηκωθούμε από το κρεβάτι από εξάντληση.
     Χτες και προχτές δε δόθηκε ψωμί. Σήμερα αναγγέλθηκε πως θα δώσουν τριάντα δράμια, αλλά οι φούρνοι δεν άρχισαν να ψήνουν τα ψωμιά για να μοιράσουν στον κόσμο. Δεν ξέρω τι πρόκειται να συμβεί, αλλά ξέρω πως αν εξακολουθήσει αυτή η δίαιτα όλο το χρόνο, η ελληνική φυλή θα πάθει τέτοιες συμφορές, ώστε είναι ζήτημα αν θα επιζήσουν άλλοι εκτός από τους μαυραγορίτες.
     Το κρύο γίνεται κάθε μέρα αισθητότερο, και οι εξαντλημένοι οργανισμοί μας δεν το αντέχουν. Πολύς κόσμος βγάζει στο σώμα πρηξίματα και σπυριά υποσιτισμού και αποβιταμινώσεως.
 
 
ΣHMEIΩΣH
 
1. Ζαχαροπλαστείο και μπαρ πολυτελείας στην οδό Πανεπιστημίου, απέναντι από την Εθνική Βιβλιοθήκη.

(από το βιβλίο: Περικλής Βυζάντιος, Η ζωή ενός ζωγράφου. Αυτοβιογραφικές σημειώσεις, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1994)