Οι λαοί της Μικράς Ασίας
Καρτσωνάκης-Νάκης Νικόλαος
Εκτύπωση
Η καταγωγή των λαών της Μικράς Ασίας ήτανε βασικά από τους αρχαιότατους λαούς που κατοικούσανε σ’ αυτήν την χώρα. Βιθυνοί, Γαλάτες, Χιττίτες, Λύδοι, Κάρες, Ίωνες, Μυδοί, Κίλικες, Καππαδόκες, Λυκάονες, Πόντιοι, αυτοί ήτανε οι κάτοικοι της Μικράς Ασίας τα παλαιά χρόνια.
     Θα είχε κάθε λαός απ’ αυτούς τη γλώσσα του και την τοπική θρησκεία του. Δεχτήκανε την επίδραση του ελληνισμού από τα Ελληνιστικά κράτη των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου και από τις Ελληνικές αποικίες των παραλίων της Μικράς Ασίας, οι οποίες ήτανε εμπορεία χωρίς να επεκτείνονται οι επικράτειές των στο εσωτερικό της χώρας. Αλλά και ιθαγενείς κατοικούσανε μέσα σε ελληνικές πολιτείες, οι οποίες κι αυτές με τη σειρά τους δεχτήκανε τα ήθη και τα έθιμα των ντόπιων. Πόλεις σαν τη Μίλητο, την Έφεσο, την Αλεξάνδρεια είχανε διεθνιστικό χαρακτήρα. Το ένα τρίτο το πληθυσμού της αρχαίας Αλεξανδρείας ήτανε Εβραίοι κι αυτό δείχνει το μέτρο της ανάμιξης των λαών της Ανατολής. Όταν επικράτησεν ο Χριστιανισμός στη Μικρά Ασία οι κάτοικοί της, ίσως όχι όλοι, αλλάξανε τις παλαιές θρησκείες τους με τον Χριστιανισμό, χωρίς αυτό να αλλοιώση και την φυλετική τους υπόσταση. Όταν οι Σελτζούκοι Τούρκοι μπήκανε στη Μικρά Ασία ήρθανε σαν στρατός και πήρανε γυναίκες ντόπιες Χριστιανές. Το ίδιο γίνηκε όταν ήρθανε οι Οθωμανοί Τούρκοι τον 13ο αιώνα. Αυτοί μάλιστα ήτανε μερικές χιλιάδες καβαλλάρηδες κι εγκατασταθήκανε για πρώτη φορά στα μέρη του Μπιλέτζικ, τα βυζαντινά Βηλέκωμα. Και οι Χριστιανοί εντόπιοι γινόντουστε Μουσουλμάνοι, είτε με τη βία, είτε με επιμιξίες, είτε θεληματικά για να είναι με την τάξη των αφεντάδων, να κρατήσουνε τις περιουσίες των και να μην ξεπέσουνε στην τάξη των δούλων και των ραγιάδων. Μουσουλμάνοι ακόμα γινήκανε από τις βασιλικές οικογένειες των Παλαιολόγων και των Κομνηνών της Τραπεζούντας. Το παιδομάζωμα δεν ήτανε και τόσο ανεπιθύμητο στις οικογένειες που είχανε πολλά παιδιά. Μερικά απ’ αυτά παίρνανε μεγάλες θέσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία κι επειδή τα μαζεύανε αρκετά μεγάλα, είχανε συνείδηση της καταγωγής τους και βοηθάγανε τις οικογένειές τους και τον τόπο τους. Άλλως τε τη μηχανή του παιδομαζώματος την εφεύρανε οι Βυζαντινοί. Μαζεύανε τουρκόπαιδα για το στρατό τους και τα λέγανε Τουρκόπουλους. Μου διηγήθηκε ένας γέροντας από τη Σινασσό της Μικράς Ασίας, ότι στα νειάτα του, οι πρόκριτοι του χωριού του αποφασίσανε να δώση κάθε οικογένεια από ένα παιδί, να τα τουρκέψουνε, να τους χτίσουνε ένα χωριό, όχι μακρυά από το δικό τους, να θυμούνται αυτά την καταγωγή τους και να υπερασπίζουνε τους συγγενείς τους από τους Τούρκους. Αυτός ο γέροντας λεγότανε Πρόδρομος Βαϊάνης.
     Οι φυλετικές ομάδες των διαφόρων απεράντων επαρχιών της Μικράς Ασίας είχανε όλες τα ίδια χαρακτηριστικά, είτε Τούρκοι τις αποτελούσανε, είτε Χριστιανοί. Λαζοί, Τούρκοι και Χριστιανοί, ήτανε ίδιοι, το ίδιο κι οι Καραμανλήδες. Kι έτσι μπορούμε να πούμε με σιγουριά πως οι σημερινοί Τούρκοι της Μικράς Ασίας κατάγονται κατά μεγάλο μέρος από τους παλαιούς Χριστιανούς κατοίκους της, οι οποίοι βέβαια δεν ήτανε Έλληνες όλοι. Στην πανσπερμία των λαών αυτονών βρίσκονται ακόμα και σήμερα Τούρκοι με μογγολικά χαρακτηριστικά, χρώμα του δέρματος βαθύ κιτρινωπό και ξεπεταμένα τα μήλα των παρειών, κατ’ ευθείαν απόγονοι των μογγόλων Τούρκων.
     Τέτοιους φυλετικούς τύπους, όπως τους γνωρίσαμε εμείς, έχουνε αποτυπώση με ακρίβεια οι Αιγύπτιοι γλύπτες σε ανάγλυφα ναών και τάφων όταν θέλανε να παραστήσουνε αιχμαλώτους Ανατολίτες Μικρασιάτες. Οι Αιγύπτιοι γλύπτες όταν είχανε κάποιαν σχετικήν ελευθερία από τα δεσμά που τους επέβαλλεν η ιερατική παράδοση, ήτανε οξείς παρατηρητές και σχεδιάζανε με ακρίβεια τα χαρακτηριστικά των διαφόρων λαών οι οποίοι ερχόντουστε σε συνάφεια με την Αίγυπτο. Νέγρους, Λίβυες, Σύρους, Μικρασιάτες, Φοίνικες και Κρητικούς, Κεφτιού τους λέγανε αυτούς, και με άλλους λαούς.
     Οι Τουρκοκρητικοί ήτανε οι περισσότεροι ελληνικής καταγωγής, ήτανε έξυπνοι και παίρνανε μεγάλες θέσεις στην Οθωμανικήν Αυτοκρατορία. Πολλοί είχανε συγγενείς με τους Ελληνοκρητικούς και λέγανε ακόμα και μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα γινόντουστε εξισλαμίσεις στην Κρήτη με υποσχέσεις και δελεασμούς από την Κυβέρνηση. Οι Τουρκοκρητικοί ήτανε φανατικοί μισέλληνες αν και ξαίρανε την καταγωγή τους. Αυτοί χτυπήσανε πρώτοι τον Ελληνικό Στρατό όταν μπήκε στη Σμύρνη από μέσα από τις βάρκες τους, γιατί ήτανε βαρκάρηδες μέσα στο λιμάνι.
     Τώρα πώς εξηγιέται η καθυστέρηση του Μουσουλμανικού λαού της Μικρασίας σε σύγκριση με τους Χριστιανούς της αφού κι οι δυο λαοί ήτανε σχεδόν της ίδιας καταγωγής. Φαίνεται ότι αυτό οφείλεται στη διαφορά των δύο θρησκειών. Το Kοράνι είναι ένα μίγμα ιουδαϊκών και Χριστιανικών δοξασιών, καθώς ο Μωάμεθ ήτανε εξακόσια χρόνια μεταγενέστερος από το Χριστό. Αλλά όσο πιο πνευματικοποιημένη ήτανε η διδασκαλία του Ιησού, τόσο η διδασκαλία του Μωάμεθ για να επικρατήση, ήτανε πιο προσγειωμένη στις ανθρώπινες αδυναμίες και έσπρωχνε τους ανθρώπους στα πάθη τους και στην ασέλγεια. Το πρώτο παράδειγμα τόδωσεν ο ίδιος ο Μωάμεθ. Όχι ότι δεν έχει το ιερό Κοράνιο ηθικά διδάγματα, τα κυριώτερα ήτανε η ελεημοσύνη και η ευσπλαχνία. Από την άλλη μεριά διδάσκει πως κάθε άπιστος γκιαούρ ήτανε ανάξιος να ζήση και όποιος πιστός ημπόραγε να φέρη ένα άπιστο στο φως του Ισλάμ, στο δρόμο της μοναδικής αλήθειας, είχε μεγάλο μιστό εν τοις ουρανοίς.
     Αν καθίσωμε τώρα να συγκρίνωμε τις αμοιβές των οπαδών των δύο θρησκειών στον άλλο κόσμο, θα δούμε ότι οι δίκαιοι Χριστιανοί μετά θάνατο γίνονται πνεύματα τα οποία αγάλλονται με το να βλέπουνε στον ουρανό τη λάμψη του θρόνου του Κυρίου και να συναγελάζωνται με τα πνεύματα των άλλων αγίων και τα πνεύματα των αγίων γεροντισσών, όπως με το πνεύμα της Αγίας Φιλοθέης της προστάτισσας των παλαιών Αθηναίων, με το πνεύμα της Αγίας Παρασκευής που θεραπεύει τα μάτια, της Αγίας Βαρβάρας της προστάτισσας του πυροβολικού μας και ούτω καθ’ εξής.
     Πώς όμως είναι ο Παράδεισος του Ισλάμ; Στην πρώτη θέση πάει όποιος σκοτωθεί για την πίστη του πολεμώντας ενάντια στους απίστους. Πηγαίνει στον παράδεισο όχι σαν πνεύμα αλλά με το ξαναζωντανεμένο το σώμα του, για να εξακολουθήση εκεί τις απολαύσεις της επίγειας ζωής. Ο παράδεισος αυτός είναι ένας ουράνιος απέραντος κήπος, στου οποίου την ατμόσφαιρα είναι διάχυτο το πνεύμα της ιερής μακαριότητας. Δέντρα σύσκια και άνθη τον στολίζουν κι ευωδιάζει ο χώρος ολόκληρος από την μυρωδιά των. Παραδείσια πουλιά κελαηδούν κι ευφραίνουν τις ψυχές των πιστών. Άμα θορυβούν πολύ τους βάζει ο πιστός μια φωνή ―σους μπε― κι αμέσως αυτά απομακρύνονται με σεβασμό.
     Ο πιστός σηκώνεται το πρωί, φέρνει μια βόλτα στα υπόστεγα των μαγειρείων όπου μεγάλα σινιά έχουνε λόφους από πιλάφι και καζάνια από τα πιο εκλεκτά φαγητά. Άλλα τραπέζια έχουνε όλα τα ευφρόσυνα γλυκίσματα της Ανατολής και τα σερπέτια. Και παίρνεις ό,τι σου γουστάρει.
     Σ’ αυτά τα υπόστεγα υπηρετούν τους πιστούς άνηβοι νεανίσκοι, καθαρόαιμοι, οι οποίοι όταν βλέπουν τους πιστούς να πλησιάζουνε τους φωνάζουνε: «μπούγιουρουμ μπέγιμ, μπούγιουρουμ εφέντημ, μπούγιουρουμ πασά». Μερικοί πιστοί μερακλήδες κυττάζουν τους νεανίσκους με λαχτάρα και τους λένε: «Πώς είσαι έτσι γιαβρούμ;».
     Ματζεύουνται οι πιστοί παρέες παρέες και παίζουνε τάβλι, χωρίς λεφτά, και μετά το φαγητό, το μεσημέρι ξαπλώνουνε κάτω από τα σύσκια δέντρα πάνω στη μαλακή χλόη. Ο πιστός έτσι ανάσκελα που βρίσκεται βάζει τα χέρια του πίσω από το κεφάλι του για μαξιλάρι, κατεβάζει τη φεσάρα του μέχρι τα φρύδια του, τον παίρνει γλυκά γλυκά, τέλεια μακάριος, κι αρχίζει να ρουχαλίζη με ανοιχτό το στόμα μια που μύγες δεν υπάρχουνε στον παράδεισο. Kι όταν πια αποκορώση κατεβαίνει το Ουρί με μορφή περικαλλούς νεανίσκης τυλιγμένο σε αέρινους πέπλους. Κρατάει στο χέρι του ένα φτερό στρουθοκαμήλας και αρχίζει να του γαργαλάει τα αχαμνά του. Μόλις ο πιστός μισοξυπνήση του λέει απαλά: «Καλκ γιαβρούρ ― σήκω πουλάκι μου», και αποσύρεται ματζί του στις λόχμες. Όλα αυτά δεν έχουνε τίποτα το σκανδαλιστικό, γίνεται με απόλυτο σεβασμό προς την ιερότητα του περιβάλλοντος. Πρέπει όμως να σημειώσω ότι αυτά τα ουρί είναι αειπάρθενα. Για να βρίσκει, βλέπετε, ο πιστός ζόρι κάθε φορά.
     Έτσι βλέπομε τη μια θρησκεία να είναι θρησκεία αγάπης και εγκαρτέρησης και η άλλη του αισθησιασμού. Όσο για την πίστη στο πεπρωμένο των Μουσουλμάνων ―το κισμέτ― αυτή είναι που χαλαρώνει την δραστηριότητα του ατόμου και το αφίνει έρμαιο της τύχης, αφού όλα που του συμβαίνουν είναι γραμμένα να γίνουν έτσι.
     Βέβαια όλοι οι οπαδοί του Ισλάμ δεν πιστεύουν στο κισμέτ. Όταν οι δαιμόνιοι πολιτικοί άνδρες της Αθήνας αποφασίσανε ν’ αποβιβαστούνε στη Μικρά Ασία το 1919, σκεφτήκανε έτσι: «Εμείς θα μπούμε στη Σμύρνη, οι Τούρκοι θα πούνε κισμέτ και θα το καμπουλευτούνε ―θα το χάψουνε». Όμως ο Κεμάλ πασάς και οι λεοντόθυμοι σύντροφοί του δεν πιστεύανε στο Κισμέτ. Ο ίδιος μάλιστα ήτανε ασεβέστατος άνθρωπος. Μια φορά, που λες, αναγνώστη, συνεδρίασε η Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση στην Άγκυρα, μετά το διώξιμο των Χριστιανών από τη Μικρά Ασία. Στο βήμα ηστεκούντανε ο Κεμάλ πασάς κι εξηγούσε στους βουλευτές το νέο ανακαινιστικό πρόγραμμά του που θα συγχρόνιζε την Τουρκία. Όλοι τους ήτανε σαν αφιονισμένοι από το πολύ Χριστιανικό αίμα που είχανε χύσει. Μπρος από τον Κεμάλ, πάνω στο βήμα βρισκότανε ένα Κοράνιο, μέσου μεγέθους, βαρύ βαρύ, καπλαντισμένο με ασήμι και μάλαμα, απάνω στο οποίο ορκιζόντουστε οι βουλευτές. Την ώρα λοιπόν που μίλαγε ο Κεμάλ, σηκώνεται ένας βουλευτής Χότζας, τον διακόπτει και του λέει: «Πασά μου, αυτά που λες είναι αντίθετα με το Κοράνιο». Τότες ο Κεμάλ ηάφρισε. Αρπάει το Κοράνιο που βρισκότανε μπροστά του και του το σαβουρντάει ―το αμολάει― στο κεφάλι του Χότζα που τόνε πήρανε τα αίματα και του φωνάζει: «Α σικτήρ ορντά, εσύ κι αυτό, πουστ».

(από το βιβλίο: Ν. Kαρτσωνάκης-Nάκης, Θυμάμαι τη Σμύρνη, Tο Eλληνικό Bιβλίο, 1972)