[7.6.1948]
Καραντζάς Μήτσος Ηλ.
Εκτύπωση
7.6.48. Βγήκαμε το πρωί στο καραούλι και εκεί ήρθε ο Αργύρης και Γεώργιος. Οι σκηνές στον Άγιο Ηλία και στο χωριό, δεν φαίνεται τίποτα, καμιά κίνηση. Μόνον κάτι μεταγωγικά πέρασαν προς Λιλαία. Φεύγει ο Βασίλης με τον Ανδρέα και πάνε πιο κοντά στο χωριό να κοιτάξουν, να ιδούν τι γίνεται. Όταν έφυγαν, είδαμε και ήλθαν έξι αυτοκίνητα πέρα στη Βριζόρραχη. Α, είπα, αντικατάσταση έχομε, παιδιά σήμερα, γι’ αυτό δεν κινήθηκαν πουθενά σήμερα. Τότε ακούσαμε βρόντο στον απέναντι βράχο. Κύλησε ένα μεγάλο λιθάρι. Δώσαμε όλοι σημασία και είδαμε κίνηση από γίδια. Αύριον παιδιά, είπαμε, θα πάμε να φροντίσομε μήπως πιάναμε κανένα. Ο Βασίλης και ο Ανδρέας γύρισαν και είπαν πως στο χωριό δεν υπάρχει τίποτα στρατός και πρέπει να πάμε μήπως βρούμε κάτι πατάτες για σπόρο, να πάρουμε, να τις ψήνομε. Τότε ξεκινήσαμε όλοι για το χωριό. Γυρίζαμεν όλην την νύκτα και βρήκαμε λίγη πατάτα στου Τσελογιάννη το σπίτι, όπου πήραμε. Πήγαμε σε πολλά σπίτια και σε άλλα καταφύγια, αλλά δεν έχουν αφήσει απολύτως τίποτα. Όλα τα έχει βρει ο φασισμός. Τα σπίτια τα ρήμαξαν όλα γενικώς. Τέλος, φεύγομεν πάλι και φύγαμεν στο λημέρι.


(από το βιβλίο: Μήτσος Ηλ. Καραντζάς, Το ημερολόγιο ενός Καπαπίτη από τον Εμφύλιο (όσο σώθηκε), Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, Μαρτυρίες ΙΙΙ, Βιβλιόραμα, 2004)