[17.6.1948]
Καραντζάς Μήτσος Ηλ.
Εκτύπωση
17.6.48, Πέμπτη. Το πρωί βρισκόμαστε πάλι στα καραούλια. Τίποτα. Δεν σημειούται εχθρική κίνηση καμιά. Τότε είπα στις γυναίκες, σήμερα πρέπει να αποφασίσομεν να πλύνομε τα ρούχα. Εκεί κάτω, χαμηλά στη λάκκα,1 είναι ένας μεγάλος ντενεκές και ένα πλυστοσκάφιδο. Να ανάψετε φωτιά και να βράσετε κάμποση ψείρα, να βγουν και μερικές λέρες, δεν υποφέρνονται άλλο. Οι γυναίκες ετοιμάστηκαν, έμασαν τα ρούχα και έφυγαν μαζί με τον Γιώργο και τον Κομνά για το γούπατο.2 Εκεί άναψαν φωτιά, ήφεραν νερό και έπλυναν τα ρούχα. Οι άντρες κάθονταν εκεί καραούλι και κουβαλούσαν νερό.
     Εγώ πήρα το όπλο μου και πήγα για τα γίδια, αλλά δεν τα βρήκα. Γύρισα το μεσημέρι. Είχαν έρθει και οι άλλοι, φάγαμεν ρεβίθια και πήγαμεν πάλι στα καραούλια μέχρι το βράδυ, όπου ήρθεν και ο Αργύρης και μας είπεν που τις σκηνές τις χάλασαν στον Άγιον Ηλία και ο στρατός έφυγεν, δεν φαίνεται για αντικατάσταση. Εκατό τοίς εκατό θα φύγουν, από βάση αυτή. Αφού νύχτωσε, φάγαμε χόρτα και κοιμηθήκαμε.
 
 
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
 
1. λάκκα: ίσιωμα.
 
2. γούπατο: κοίλωμα γης, σχετικά μεγάλη γούβα.


(από το βιβλίο: Μήτσος Ηλ. Καραντζάς, Το ημερολόγιο ενός Καπαπίτη από τον Εμφύλιο (όσο σώθηκε), Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, Μαρτυρίες ΙΙΙ, Βιβλιόραμα, 2004)