[30.7.1948]
Καραντζάς Μήτσος Ηλ.
Εκτύπωση
30.7.48, Παρασκευή. Το πρωί ο Βουνήσιος έφυγε πάλι νύκτα, καθώς και ο Γιώργος με την Πανώρια, πάνε για σύνδεση στην Αργοστίλια. Εδώ μένω μόνο εγώ και η Γιαννούλα. Σε λίγο ξεκίνησα να πάγω στην Σκιαδόραχη, να παρατηρήσω για εχθρική κίνηση. Όταν πήγαινα, η Όρσα έβγαλε λαγό τον οποίο χτύπησα. Βγήκα στο καραούλι.
     Δε φαίνεται τίποτα. Ούτε και ακούγεται. Μόνον προς το Πενήντα Ένα ακούγονται ριπές και όλμοι. Τι γίνεται δεν ξέρομε. Όταν μάθω, θα γράψω πιο κάτω. Όταν γύρισα, βρήκα τον Βουνήσιο. Είχεν έρθει με τα άλλα παιδιά. Φάγαμε κρέας με πατάτες. Έπειτα φκιάσαμε κατσιαμάκι και κατόπιν ζυμώνουν οι γυναίκες μπ’γάτσια1 με άλευρα πούχε κρύψει ο Μακεδόνας προ τριμήνου και πήγε και τα βρήκε σήμερα. Είναι καμμιά δεκαπενταριά οκάδες. Ήξερεν και ο Ηλίας Βαλάσκας άλλη μια αποθήκη, αλλά τη βρήκε καμένη από τον φασισμό. Το βράδυ αλλάξαμε μέρος, κοιμηθήκαμε.
 
 
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
 
1. μπουγάτσα, μπ’γατσια: κουλούρα ζυμαριού ψημένη στη θράκα.


(από το βιβλίο: Μήτσος Ηλ. Καραντζάς, Το ημερολόγιο ενός Καπαπίτη από τον Εμφύλιο (όσο σώθηκε), Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, Μαρτυρίες ΙΙΙ, Βιβλιόραμα, 2004)