Οι πρώτοι αντάρτες φάνηκαν
Γκέκας Κώστας
Εκτύπωση
Στα χωριά τότε είχε βγει και ένα καινούργιο φρούτο. Έλληνες που γίνανε Ιταλοί υπήκοοι και έρχονταν στα χωριά, δέρνανε τον κόσμο και μαζεύανε ό,τι παλιά ή καινούργια όπλα είχαν και τα παραδίδανε στους Ιταλούς. Στην περιφέρειά μας ήταν ένας Στέλλας, ο Πατακιάς, ο Κιούσης από το Μαυρίλο, ο Προβιάς από τον Άγιο Γεώργιο, ο Καραγκούνης και ο Τουρκοχρήστος. Αυτούς θυμάμαι. Φόβος και τρόμος των χωριανών. Σακάτεψαν τον κόσμο στο ξύλο.
     Η κυβέρνηση είχε βγάλει έναν νόμο και υποχρέωνε τους προέδρους να μαζεύουν 10% απ’ ό,τι έβγαζε ο κάθε χωριάτης και τα παραδίδανε στους Ιταλούς.
     Εκτός απ’ αυτά τα δύο, είχε και μεγάλη ζωοκλοπή. Δεν ήξερες αν αύριο θα έχεις τα ζώα σου ή θα στα κλέψουν. Απελπιστική κατάσταση. Κουβεντιάζαμε μεταξύ μας στο χωριό τι να κάνουμε, αλλά λύση δεν βρίσκαμε. Έτσι πέρασε ο χειμώνας του 1941 προς 1942. Την Άνοιξη άρχισαν στο χωριό να ξεχωρίζουν παρέες παρέες και να κρυφοσυζητάνε. Ρωτούσα τον Θρασύβουλο τον Σιάνο που έβλεπα πως ξεχώριζαν με τον Βαγγέλη και τον Γιώργο Ζορμπά (Καρακόλι) και κρυφομιλάγανε για αρκετή ώρα. Επίσης τον Μήτσο τον Λάμπο (Τσιμτσίρι) και τον Πάνο Αναστασόπουλο (Πελοπίδα) κι αυτοί να τα λένε, χωρίς να ακούγονται.
     Κάποια μέρα ο Θρασύβουλος μου είπε κάτι για κάποιους αντάρτες που βγήκαν στο βουνό, αλλά όχι και πολλά πράγματα. Μια Κυριακή, 10 ή 12 Ιουνίου 1942, βλέπουμε 12 ένοπλους με σημαίες. Τραγουδώντας μπήκαν στο χωριό. Χτύπησαν την καμπάνα να μαζευτεί ο κόσμος να του μιλήσουν.
     Αφού μαζεύτηκε ο κόσμος του χωριού, ανέβηκε ένας σε ένα τοιχάκι, στην πλατεία, και άρχισε να μιλάει για το ξεκίνημα του καινούργιου Αγώνα, να διώξουμε τους κατακτητές, για προκοπή στον τόπο μας, για νέο 1821 και άλλα πολλά. Στο τέλος είπε: «Δεν θα ξαναστείλετε τρόφιμα στους Ιταλούς (το 10% που μαζεύανε) και ένα πράγμα να ξέρετε και να το θυμόσαστε καλά. Στο εξής η προδοσία και η κλοπή θα τιμωρούνται με θάνατο». Αυτός ήταν ο Άρης. Τους δώσαμε τρόφιμα και φαγητό και φύγανε. Φεύγοντας όμως λένε στον πρόεδρο να ειδοποιήσει τη Χωροφυλακή ότι πέρασαν οι αντάρτες από το χωριό.
     Στο εξής άρχισα συστηματικά με τον Θρασύβουλο να κουβεντιάζω για τους αντάρτες και τα νέα τους.


(από το βιβλίο: Κώστας Γκέκας, Ένας ανταρτάκος από το Παλιόκαστρο, Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, Μαρτυρίες VI, Βιβλιόραμα, 2006)