Στα ίδια μονοπάτια με το στρατό
Αποστολόπουλος Βασίλης
Εκτύπωση
Αν και βρισκόμαστε σε χίλια μέτρα υψόμετρο, η μέρα μάς χαιρετάει με τη ζεστή ανάσα της. Τριγύρω ψηλά βουνά, η Καλιακούδα, αντίκρυ η Χελιδόνα και βόρεια το θρυλικό Βελούχι.
     Αφού καθένας μας εφοδιάστηκε με αρκετές πατάτες, σκεπτόμαστε να βελτιώσουμε και τους όρους της ζωής μας. Γι’ αυτό παίρνουμε την απόφαση να μπούμε στο χωριό, το Συγγρέλλο Ευρυτανίας. Η απόφαση δεν αποκλείει τον κίνδυνο να συναντήσουμε ομάδες στρατιωτών που κρύβονται στα σπίτια, ώσπου να τσιμπήσει κανένας πεινασμένος αντάρτης. Δεν αποκλείεται τώρα να μας παρακολουθούν και να τρίβουν τα χέρια τους. Απόλυτη ησυχία επικρατεί σ’ όλη την έκταση. Ερημιά! Ούτε φωνή, ούτε τραγούδι, ούτε τσοκάνι1 από πρόβατα ή πυροβολισμός. Ούτε κι απόμακρος ήχος. Λες και η φύση του Συγγρέλλου και της Καλιακούδας, με τα 2.100 μ. υψόμετρο, μας προετοίμασαν τέτοια υποδοχή.
     Σε διάλογο με τον Τσεπά για τη συνάντηση με τη ΙΙ Μεραρχία, οι ελπίδες λιγοστεύουν και η απογοήτευση θρονιάζει στην ψυχή μας. Γίνεται φανερό πως η Μεραρχία για κάποιους λόγους άλλαξε δρομολόγιο. Αμίλητοι προχωρούμε προς το έρημο, μα πεντάμορφο και παντέρημο Συγγρέλλο. Στο μονοπάτι ανακαλύπτουμε ντορό από ζώα και ανθρώπους που αλλού χάνονται, αλλού είναι ακόμα λίγο ορατά, γιατί είναι παλιακά και δεν κράτησαν φρεσκάδα. Μ’ αυτές τις σκέψεις μπήκαμε στο χωριό, που αντικρύζει στωικά, ενώπιος ενωπίω, τον τεράστιο πέτρινο όγκο της Καλιακούδας με τα 2.100 μέτρα ύψος, από καταβολής κόσμου.
     Είναι μια απόφαση επικίνδυνη. Όμως εμείς εξαντλήσαμε αρκετή ώρα παρατηρώντας σπίτια και πορτοπαράθυρα. Συναντήσαμε τη βρύση του χωριού. Άφθονο, κρυστάλλινο νερό τρέχει από μια πέτρινη κούπα. Αν και νηστικοί, πίνουμε από το κρύο της νερό, για να δείξουμε κι εμείς τα αισθήματά μας.
     Το νερό της βρύσης σπάζει πάνω στις κρεμμυδόφλουδες και στα πρασόφυλλα. Εμείς, έχοντας το πνεύμα συλλογής ειδών που τρώγονται, συγκεντρώσαμε αυτά τα είδη, τα ξεπλύναμε και τα φάγαμε αμέσως για πρωινό ρόφημα.
     Ύστερα κάναμε πολλές κινήσεις επιδεικτικά, για να προκαλέσουμε να βγει φανερά κάποιο στρατιωτικό κομάντο, που μπορεί κάπου να παραφύλαγε. Όχι! Το χωριό, προς το παρόν, είναι έρημο. Μπήκαμε σε πολλά ορθάνοιχτα σπίτια κι αρχίσαμε το ψάξιμο. Τίποτα. Ό,τι κι αν βρίσκαμε, όσπρια, αλάτι, κανένα μπουκάλι λάδι, κρασί, τσίπουρο, καμιά κονσέρβα, θα μας ήταν πολύτιμο. Δυστυχώς, δεν βρήκαμε τίποτε. Και πώς να βρούμε; Αφού όλα τα σπίτια είχαν ψαχτεί χιλιάδες φορές από νηστικούς αντάρτες, φαντάρους και κουμάντα μαυροσκούφηδων, που καταφτάνουν από το Καρπενήσι.
     Καθώς μασώ τα σκληρά κρεμμυδόφυλλα που βρήκα στη βρύση, με βασανίζει μια νοσταλγία για κάτι απροσδιόριστο. Τρία χρόνια στον Δημοκρατικό Στρατό. Μια σκληρή άγνοια είχαμε για όλους. Δεν θέλω να θυμάμαι τη γριά μάνα μου με τα δυο ανύπαντρα κορίτσια, τις αδερφές μου. Ποιοι βοριάδες τα δέρνουν… Σκληρές ανιστορήσεις, που έζησαν οι άνθρωποι των ορεινών χωριών της Φθιώτιδας, αλλά και όλης της ορεινής Ελλάδας.
     Απ’ αυτή την αναπόληση με ανακάλεσε στην πραγματικότητα μια βουή που γέμισε το χωριό. Οι αντίλαλοι από τις αλλεπάλληλες χαράδρες που διάβαιναν, πολλαπλασίαζαν το βουητό που επέστρεφε, καθώς χτυπιόταν με τους γκρίζους γκρεμούς της Καλιακούδας. Σε λίγο, δυο σπιτφάιερ2 πέρασαν αστραπή προς το βοριά, όπου ο Γράμμος και το Βίτσι αντιστέκονταν με πείσμα ενάντια σ’ ένα στρατό πολλαπλάσιο σε αριθμό και εφόδια. Οι Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας με τον υπερστρατηγό Βαν Φλητ και τους έλληνες στρατηγούς καθάριζαν συστηματικά τις περιοχές από τους αντάρτες και βάδιζαν προς τον Γράμμο. Ο χώρος της Νότιας Ελλάδας αδειάζει από τις μεγάλες μονάδες του στρατού που προχωρούν προς τον Γράμμο, αφήνοντας πίσω μικρά αποσπάσματα στρατού, για ασφάλεια. Όμως, είναι πολλές οι περιπτώσεις που οι λίγες ανταρτικές δυνάμεις έδωσαν σκληρά χτυπήματα και πραγματοποίησαν αιφνιδιασμούς, ώστε να κρατούνε σημαντικές δυνάμεις πίσω τους.
     Εμείς, οι δύο αντάρτες, νιώθουμε σαν δύο ναυαγοί, μέσα σ’ ένα μουγγό πέλαγος. Γι’ αυτό κυνηγάμε τις προκηρύξεις, πεταμένες εφημερίδες, για να πάρουμε καμιά πληροφορία. Είναι τραγική η έλλειψη ενημέρωσης. Μοιάζουμε με ναυαγούς, που δεν μπορούνε να προσανατολιστούν προς κάποιο λογικό σημείο. Χωρίς γαλήνη και μακαριότητα, και σίγουρα είναι ύποπτη αυτή η βουβαμάρα. Γιατί κάποιο προωθημένο εχθρικό παρατηρητήριο μπορεί να μας παρακολουθεί, κι όπου να ’ναι θα φανούν οι φαντάροι ή και Μάυδες ν’ αρπάξουν δυο καινούργια ζωντανά λάφυρα. Ρίχνω τη γνώμη πως πρέπει να σταματήσουμε τις κινήσεις και να καλυφτούμε. Κι αρχίζουμε το ψάξιμο κάθε ύποπτου σημείου της περιοχής.
     Καί, ω του θαύματος! Σημειώσαμε στο κοντινό ύψωμα Κουρούνα τμήμα στρατού, με ζώα. Οι φαντάροι κουβαλούσαν πέτρες να οργανώσουν θέσεις. Το κουβεντολόι τους και η ξεγνοιασιά τους έφτανε ώς εμάς. Αμέριμνοι αυτοί και χορτάτοι, χαίρονταν τη δροσιά του ουρανού και του τοπίου. Γνώριζαν πια πως η δύναμη του Δημοκρατικού Στρατού λιγόστεψε, και τώρα οι φαντάροι ησυχάζουν. Κατά τους υπολογισμούς μας στο ύψωμα βρίσκονταν δύναμη διμοιρίας. Επόμενο είναι πως δεν επρόκειτο για κίνηση ανεξάρτητη και πρέπει να υπάρχουν μικρές ομάδες και σε άλλες επίκαιρες διαβάσεις της περιοχής. Η διοίκησή τους πληροφορήθηκε την παρουσία της ΙΙ Μεραρχίας του Δημοκρατικού Στρατού και ανιχνεύει την περιοχή. Εμείς, χωρίς καθυστέρηση, αφήνουμε το χωριό και καλυφτήκαμε ψηλότερα από τα τελευταία σπίτια για παρατήρηση οπτική και ακουστική. Και νά! Μικρή περίπολος φαντάρων μπαίνει στο χωριό για αναγνώριση. Συζητούν, σφυρίζουν. Είναι φανερό πως δεν φοβούνται πια τον Δημοκρατικό Στρατό. Ύστερα από την εξέλιξη των γεγονότων, δεν υπάρχει λόγος να παραμείνουμε ακόμα εδώ.
     Συζητήσαμε κι εκτιμήσαμε ότι πρέπει να βαδίσουμε προς την ορεινή περιοχή όπου βρίσκεται το χωριό Ανιάδα, αντίκρυ στην άγρια Καλιακούδα. Δεν θα μπούμε στο χωριό, μα θα το παρακάμψουμε. Από το κεφαλάρι του χωριού που είναι δασωμένο, θα βαδίσουμε προς τη θέση Άι-Θανάσης, όπου το μικρό εξωκλήσι του αγίου. Είναι σημαντικός αυχένας, γιατί περνά ο βατός δρόμος προς Καρπενήσι. Το σημείο αυτό είναι ύποπτο και μπορεί να κρατιέται από μικρή δύναμη στρατού. Θα πλησιάσουμε τη θέση, όσο το δυνατό πιο κοντά. Μπορεί από τα ίχνη ή και από τους ήχους που θα πιάσουμε να υπάρχει σίγουρα η πληροφορία που μας χρειάζεται. Πολλές φορές στον Δημοκρατικό Στρατό ήταν ασφαλέστερη η λούφα κοντά στον πραγματικό ή υποτιθέμενο εχθρό, για να επισημανθεί η παρουσία του, παρά κάποια επικίνδυνη αναγνώριση. Βαδίζοντας σαν τις γάτες και με αποστάσεις πλησιάζουμε την τοποθεσία Άι-Θανάσης, από την πλευρά του χωριού Μουζήλο. Αφού ρυθμίζουμε και την αναπνοή μας, τρυπώνουμε σε μια συστάδα θάμνων, που σκόπευαν το εκκλησάκι και περιμένουμε.
     Όση ώρα βρισκόμασταν σε αναμονή, κανένας θόρυβος και κανένας ήχος δεν ακούστηκε, να μας βάλει σε υποψίες. Πρέπει να έχουμε υπομονή, γιατί ο στρατός τώρα κινείται άφοβα, όμως στήνει και τα δίχτυα του, περιμένοντας να πέσουν ξεκομμένοι αντάρτες.
     Έχουν γίνει οι φαντάροι κυνηγοί ανθρώπινων κεφαλών.
 
 
 
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
 
1. τσοκάνι: κουδούνι που κρεμάνε στα πρόβατα και τα κατσίκια.
 
2. Spitfire: αγγλικό καταδιωκτικό αεροσκάφος, που χρησιμοποιήθηκε ιδιαίτερα από τη RAF κατά τη διάρκεια του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου.


(από το βιβλίο: Βασίλης Αποστολόπουλος, Επί ξυρού ακμής: Ένας «κομμένος» αντάρτης του ΔΣΕ στα βουνά της Ρούμελης, Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, Μαρτυρίες – περίοδος Β/, 1, Βιβλιόραμα, 2009)