Η γεωγραφική θέση της Άγκυρας
Επέογλου-Μπακαλάκη Ευδοκία
Εκτύπωση
Η Άγκυρα βρίσκεται σχεδόν στο κέντρο της Μικράς Ασίας ανάμεσα στον Άλυ και τον Σαγγάριο ποταμό. Είναι σπουδαίος σιδηροδρομικός κόμβος προς όλες τις κατευθύνσεις του ορίζοντα: Λυκαονία, Φρυγία, Βιθυνία, Παφλαγονία, Καππαδοκία, Αρμενία, Περσία, Συρία. Εντάσσεται στην επαρχία της αρχαίας Γαλατίας. Απ’ την Κωνσταντινούπολη απέχει 578 χλμ. κι απ’ τη Μαύρη θάλασσα 185 χλμ. Όλα αυτά τα πλεονεκτήματα, βέβαια, την κάνουν να είναι και σπουδαίο κέντρο εμπορικό. Είναι χτισμένη αμφιθεατρικά πάνω σ’ ένα λόφο και περιβάλλεται απ’ το Ελμά νταγ (βουνό), το Μιρίν νταγ και το Μπογλήμ.
     Η ίδρυσή της χάνεται μέσα στις διάφορες παραδόσεις. Σύμφωνα με μια εκδοχή, την ίδρυσε ο Μίδας, ο γιος του Γόρδιου, τον 8ο π.Χ. αιώνα και από μια άγκυρα που ανακάλυψε στον τόπο, την ονόμασε την πόλη Άγκυρα. Από τότε γνώρισε η πόλη Έλληνες και Ρωμαίους εκπολιτιστές, Άραβες και Μογγόλους επιδρομείς, ώσπου μετά το 1360 μ.Χ. υποτάχθηκε στους Τούρκους. Σήμερα οι Τούρκοι την ονομάζουν Άγκαρα, αλλά παλιότερα Τούρκοι και χριστιανοί την έλεγαν Εγκιουριού. Στη δίφθογγο ου-ιου σώζεται η αρχαία ελληνική προφορά του υ που οι αρχαίοι Έλληνες το πρόφεραν ως τη δίφθογγο ου-ιου.
     Η πόλη ήταν διάσημη απ’ την αρχαιότητα, αλλά η μεγαλύτερή της ακμή συμπίπτει με τη ρωμαϊκή κατοχή, ύστερα από το 25 π.Χ., οπότε μ’ όλη τη Γαλατία αποτέλεσε ρωμαϊκή επαρχία. Ο Λιβάνιος την παραβάλλει με την Αθήνα και ο Θεομιτίων την ονομάζει «Γαλατία η Ελληνίς».
     Όταν την επισκέφθηκε ο Αύγουστος την ονόμασε Augusta, που σημαίνει Σεβαστή, και οι κάτοικοί της σ’ ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τον αυτοκράτορα αφιέρωσαν στη λατρεία του έναν παλαιότερο ναό που είναι γνωστός ως το «Αυγουσταίο» ή το «Monumentum Ancyranum» ή και ως «Marmor Ancyranum».
     Ψηλά στο λόφο, στεφανωμένη απ’ τα κάστρα ήταν χτισμένη η αρχαία ακρόπολη, της οποίας τα τείχη τα επεξέτειναν οι Ρωμαίοι ώς την πεδιάδα και όλες τις ψηλές συνοικίες τις μετάτρεψαν σ’ ευρύ φρούριο. Μέσα σ’ αυτό το φρούριο απλώθηκαν αργότερα οι χριστιανοί. Έτσι η παλιά πόλη αγνάντευε μια εύφορη πεδιάδα –σήμερα ασφυκτιά απ’ το τσιμέντο– που την διέσχιζαν οι ποταμοί: Ταμπαχανέ Τσάι (χείμαρρος), Ιντζέ Σου και το Τσιμπούκ Τσάι. Αυτοί όλοι ενώνονται στο Ακ-Κιοπρού με τον Εγκιουριού Σου κι εκβάλλουν στον Σαγγάριο.
     Απ’ τους Ρωμαίους, μ’ ενδιάμεση κατοχή απ’ τους Άραβες, πέρασε η Άγκυρα στους Βυζαντινούς κι απ’ το 1362 μ.Χ. υποτάχθηκε στον Σουλτάνο Μουράτ Α΄ των Οσμανιδών.
     Στους χριστιανικούς χρόνους ήταν μία απ’ τις πρώτες μητροπόλεις, με τίτλο μητροπολίτη: «Ο Αγκύρας υπέρτιμος κι έξαρχος πάσης Γαλατίας». Στους πρώτους αιώνες του χριστιανισμού «πρώτη και μεγίστη των Γαλατών πόλις», αποτέλεσε το κέντρο έντονης χριστιανικής ζωής, με δύο τοπικές συνόδους, τη μία το 314 και την άλλη το 358 μ.Χ. Για τους λόγους αυτούς δεν είναι τυχαίο το ότι εδώ δίδαξαν οι απόστολοι Παύλος, Πέτρος κι Ανδρέας. Ο Παύλος δυο φορές «διήλθε την Γαλατικήν χώραν και Φρυγίαν στηρίζων πάντας τους μαθητάς», και το 57 μ.Χ. ο απόστολος των εθνών απηύθυνε τη γνωστή προς τους Γαλάτες επιστολή του.
     Στα χέρια των Τούρκων άρχισε η παρακμή τής άλλοτε διάσημης Άγκυρας. Αλλά μοιραίο φαίνεται ήταν, πάλι στα χέρια των Τούρκων, ν’ αναδειχθεί, το 1923, σε πρωτεύουσα του τουρκικού κράτους και να γίνει γνωστή στην οικουμένη. Ήδη τον 19ο αιώνα, Γερμανοί στρατιωτικοί, όπως οι Μόλτκε και Γκολτζ, είχαν επισημάνει τη θαυμάσια οχυρή θέση της πόλης, αλλά έπρεπε να βρεθεί ένας Κεμάλ, για να πραγματοποιήσει το δύσκολο έργο της μεταφοράς της πρωτεύουσας απ’ την Κωνσταντινούπολη στην Άγκυρα και να την κάνει πάλι παγκόσμια γνωστή.


(από το βιβλίο: Ευδοκία Επέογλου-Μπακαλάκη, Αναμνήσεις από τη ζωή στην Άγκυρα, Βάνιας, 1997)