Αντίο για πάντα
Σιναπλίδου-Αποστολοπούλου Αγαθή
Εκτύπωση
Όταν το κλιμάκιο της οργάνωσης του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού ήλθε στη Σαμσούντα, οι γονείς μου παρέλαβαν τον αδελφό μου και ανέβηκαν όλοι στο πλοίο που θα τους μετέφερε από τη Μαύρη Θάλασσα στη νέα πατρίδα. Εκεί επάνω σε λίγο έγινε το αδιαχώρητο από το συνωστισμό.
     Όλοι ήταν άνθρωποι ρημαγμένοι και ταλαιπωρημένοι, άλλοι από χωριά και άλλοι από πόλεις. Πολλοί είχαν κατέβει κατευθείαν από τα βουνά, όπου ζούσαν για μεγάλο χρονικό διάστημα, και έμοιαζαν με αγρίους.
     Αφού τελείωσε η επιβίβαση, το καράβι τους ξεκίνησε για την Ελλάδα κι εκείνοι, ατενίζοντας προς την ακτή, αποχαιρέτησαν για πάντα τα μέρη που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν, που είχαν τις περιουσίες τους, τα υπάρχοντά τους και που ποτέ πια δε θα ξαναέβλεπαν.
     Στη συνέχεια, ταξιδεύοντας μέσω Κωνσταντινούπολης, πέρασαν τα στενά των Δαρδανελλίων και φθάσανε στην Ιτέα.
     Εκεί το καράβι τους τέθηκε σε καραντίνα.
     Αφού πέρασε και αυτή η δοκιμασία και ο καπετάνιος ρώτησε τον αρμόδιο υπάλληλο σε ποιο μέρος θα έπρεπε να αποβιβάσει τους πρόσφυγες που μετέφερε, εκείνος του είπε:
     – Τους είδα και πρόσεξα ότι είναι πολύ φτωχοί. Πήγαινέ τους στη Θεσσαλία. Εκεί τουλάχιστον δε θα πεινάσουν!
     Έτσι, ύστερα από μερικές ώρες, το πλοίο τους έμπαινε στο λιμάνι του Βόλου και σε λίγο πατούσαν στη χώρα του Ιάσονα και πολλοί από τους πρόσφυγες δε φορούσαν στα πόδια τους ούτε καν ένα σανδάλι!

(από το βιβλίο: Αγαθή Σιναπλίδου-Αποστολοπούλου, Από τη Μαύρη Θάλασσα στη Χώρα του Ιάσονα. Γεγονότα και αληθινές ιστορίες, Θεσσαλονίκη, Ερωδιός, 2013)