Οι πρόσφυγες – Στο Μικρό Κισερλί
Σιναπλίδου-Αποστολοπούλου Αγαθή
Εκτύπωση
Πιστεύω ότι δεν κομίζω γλαύκας εις Αθήνας τονίζοντας ότι οι Έλληνες, στην πλειοψηφία τους εκεί στον Πόντο, ήταν μαθημένοι σε άλλο τρόπο ζωής.
     Χωρίς να είναι μια κοινωνία αγγέλων, εντούτοις προσπαθούσαν πάντα να είναι συνεπείς, να μην εξαπατά ο ένας τον άλλο και ο λόγος τους να είναι συμβόλαιο. Πολλοί από αυτούς, όταν ήλθαν στην Ελλάδα, δε μιλούσαν καλά τα ελληνικά. Μερικοί δεν τα μιλούσαν καθόλου και περίμεναν από τους γηγενείς αγάπη και κατανόηση.
     Εδώ τους θεωρούσαν ανθρώπους μειωμένης δήθεν αντιλήψεως και υπήρχε στο περιοδικό Μπουκέτο μόνιμη στήλη με τον τίτλο: «Ιορδανάκης Ακμάκογλου, Πρόσφυγξ Πόντιος»!
     Κάποιος επώνυμος είπε ότι έπρεπε οι πρόσφυγες να φέρουν επάνω τους κάποιο αστέρι ή ένα σήμα τέλος πάντων, για να ξεχωρίζουν, για να πάρει την απάντηση ότι ναι, πράγματι έπρεπε να γίνει αυτό, για να ξεχωρίζουν οι καλοί από τους κακούς!
     Στην Ελάτεια οι ντόπιοι έλεγαν: Εμείς πολεμήσαμε τους Τούρκους τόσα χρόνια και ήλθαν εδώ οι πρόσφυγες να μοιραστούν μεταξύ τους τα κτήματα που άφησε φεύγοντας ο Αγάς. Έπρεπε να τα πάρουμε εμείς και όχι αυτοί. Κάθε φορά που θύμωναν με κανέναν πρόσφυγα, αναθεμάτιζαν τον Ελευθέριο Βενιζέλο που τους έφερε εδώ!
     Θέλω να πω ότι το κλίμα και στην Ελάτεια, κυρίως τα πρώτα χρόνια, δεν ήταν ευνοϊκό για τους ξεριζωμένους και είναι γεγονός ότι, από τις δέκα οικογένειες προσφύγων, μόνον η δική μας έμεινε τελικά στο χωριό, καθώς και τρία άτομα. Ένας άνδρας, ο Βασίλης Ρωμάνος, και δύο γυναίκες, η Σταματία και η Κυριακή που παντρεύτηκαν συγχωριανούς μας.
     Όμως, οι πρόσφυγες τους αγνόησαν όλους. Πάλαιψαν υπεράνθρωπα και συνέχισαν να εργάζονται στην καινούργια, όπως και στην παλιά πατρίδα, δημιουργώντας και προσβλέποντας σ’ ένα καλύτερο μέλλον.
     Έτσι, έγιναν παράδειγμα προς μίμηση για τους ντόπιους, παρόλες τις ιστορίες και τα ανέκδοτα που κυκλοφορούσαν κατά καιρούς εις βάρος τους και χρειάσθηκαν να περάσουν 72 ολόκληρα χρόνια για να ανακηρυχθεί από το ελληνικό Κοινοβούλιο η 19η Μαΐου ημέρα εθνικής μνήμης της γενοκτονίας των Ποντίων. Είναι η αποφράς ημέρα της μετάβασης του Κεμάλ Ατατούρκ στη Σαμσούντα και η οργάνωση της δευτέρας φάσεως της γενοκτονίας.
     Στο μικρό Κισερλί ή Κουτσιούκ Κισερλί, σε αντιδιαστολή με το Μπουγιούκ ή Μεγάλο Κισερλί, το σημερινό Συκούριο, κατοικούσαν επί Τουρκοκρατίας οι Κονιάροι και μετονομάσθηκε σε Ελάτεια το 1927.
     Οι Κονιάροι ονομάζονταν έτσι επειδή κατάγονταν από το Ικόνιο της Μικράς Ασίας και άρχισαν να εγκαθίστανται σε ολόκληρη τη Θεσσαλία, ήδη επί Βαγιαζίτ Α΄ (1389-1402).
     Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι το 1386, αφού οι Τουρκομάνοι κατέλαβαν τον Πλαταμώνα, ξεχύθηκαν προς τα Τέμπη, με επί κεφαλής τον δερβίση Χασάν Μπαμπά, ο οποίος έσπασε την αμυντική γραμμή του Κάστρου της Ωριάς και πέρασε τα Τέμπη, ιδρύοντας, στη θέση του Βυζαντινού Λυκοστομίου, τεκέ (μονή) και η περιοχή εκείνη έκτοτε λεγόταν Μπαμπά.
     Την ίδια εποχή εγκαταστάθηκαν πολλοί από αυτούς και στη Λάρισα δίνοντάς της την ονομασία Γενί Σεχίρ (Νέα Πόλη). Όσο για το Κισερλί (τουρκική ονομασία της Ελάτειας) ίσως έχει κάποια σχέση με το τουρκικό φύλο Kecilo που αναφέρεται στο βιβλίο του Machiel Kiel.
     Η πεδινή Θεσσαλία είχε ερημωθεί, επειδή πολλοί Χριστιανοί εκτοπίσθηκαν στην Ασία, ενώ άλλοι κατέφυγαν στα ορεινά και δημιούργησαν ελληνικές κοινότητες, όπως τα Αμπελάκια, τη Ραψάνη, την Τσαρίτσανη, τα 24 χωριά του Πηλίου και άλλες.
     Επί Σουλτάνου Μουράτ Β΄ (1421-1451), ο Τουραχάν Μπέης κατήργησε τις παλιές ονομασίες και ίδρυσε τα χωριά Τατάρ, Καζακλάρ, Τσαΐρ, Μισαλάρ, Κουφάλα, Καρατσογλάν, Ντελίρ, Λιγάρα, Ραντγούν, Καραντεμιλί, Δεριλί και Μπαλαμούτ, όπου εγκατέστησε 5.000-6.000 Τούρκους Ικονιάτες εμπειροπόλεμους χωρικούς, προφανώς για να προστατέψει τη θεσσαλική πεδιάδα από τους χριστιανούς που κατοικούσαν τη Δ. Πίνδο και τα άλλα γύρω βουνά. Την ίδια τύχη είχαν και τα χωριά στους πρόποδες του Κισσάβου. Ο Τουραχάν, βλέποντας ότι η οικονομία της Θεσσαλίας δεν πήγαινε καλά, προσπάθησε να επαναφέρει τους Έλληνες στα τουρκοκρατούμενα μέρη παρέχοντάς τους και ορισμένα προνόμια. Στον Τύρναβο απήλλαξε τους κατοίκους από τις αγγαρείες, μείωσε τη φορολογία, ενώ στη Λάρισα, τα Τρίκαλα και τα Φάρσαλα κατασκεύασε γέφυρες, λουτρά, χάνια, φτωχοκομεία και άλλα κοινωφελή έργα.
     Με τον τρόπο αυτό, αλλά και με την πάροδο του χρόνου, οι Έλληνες κάτοικοι των ορεινών, άρχισαν σιγά-σιγά να επανέρχονται, μπαίνοντας στην αρχή στην υπηρεσία των Κονιάρων σαν τεχνίτες, μεταπράτες των προϊόντων τους, εργάτες, τσοπάνηδες μικρών και μεγάλων ζώων, αγωγιάτες, υπηρέτες στις αγροτικές εργασίες ή καλλιεργώντας τα χωράφια τους μεσιακά.
     Ήδη από το 1861, που καταργήθηκε η δουλοπαροικία στη Θεσσαλία, οι Χριστιανοί είχαν το δικαίωμα να μετακινούνται ελεύθερα και να αγοράζουν κτήματα. Μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας στο ελεύθερο ελληνικό κράτος το 1881, οι Κονιάροι άρχισαν σταδιακά να εγκαταλείπουν τη Θεσσαλία και συνεπώς και την Ελάτεια πουλώντας τα υπάρχοντά τους στους Έλληνες. Τότε κατέβηκαν στην Ελάτεια και έκαναν αγορές ακινήτων, αρκετοί Αμπελακιώτες, πολλοί Σαρακατσαναίοι, αλλά και μερικοί που κατάγονταν από το Νεζερό (Καλλιπεύκη), από την Ήπειρο και άλλα μέρη. Σ’ αυτούς προστέθηκαν μετά τη Μικρασιατική καταστροφή οι παρακάτω έξι οικογένειες προσφύγων και τέσσερα άτομα από τον Πόντο και τη Μ. Ασία γενικά.
1. Αλοΐδης Αναστάσιος με τη γυναίκα του και τα παιδιά του, Νίκο, Αγγελική, Θάλεια και Νίτσα.
2. Κυριακή. Παντρεύθηκε τον Αθανάσιο Αποστόλου (Στεφανή).
3. Μαριάνθη, χήρα με το γιο της Βαγγέλη και σε δεύτερο γάμο παντρεύθηκε το Διονύση Κράμαρη.
4. Μουράτογλου Γεώργιος. Παντρεύθηκε την Αναστασία Φίγγου και απέκτησαν ένα γιο, το Στέργιο.
5. Παπάζογλου Κωνσταντίνος μαζί με τον ιερέα πατέρα του, τη γυναίκα του Δέσποινα και απέκτησαν στην Ελάτεια το Θύμιο, το Γιάννη, τη Ζωή και το Βασίλη.
6. Παντελίδης Γιάγκος με τη γυναίκα του Κερασία και μια κοπέλα, την Αργυρή.
7. Ρωμάνος Βασίλειος. Παντρεύθηκε την Αλεξάνδρα Αποστόλου (Στεφανή) και απέκτησαν το Λάμπρο, το Χρήστο, το Νίκο και το Στέφανο.
8. Σιναπλίδης Αθανάσιος με τη γυναίκα του Μαρία και το γιο του Γιάννη. Εδώ απέκτησαν τη Ζωή και την Αγαθή.
9. Σταματία. Παντρεύθηκε τον Ηλία Καραντώνη πρώτα και μετά τον Αθανάσιο Βούλγαρη.
10. Φίγγου Σαββάτω με τα παιδιά της Επαμεινώνδα, Αναστασία, Δέσποινα και Σοφία καθώς και την εγγονή της Εύχαρη.

(από το βιβλίο: Αγαθή Σιναπλίδου-Αποστολοπούλου, Από τη Μαύρη Θάλασσα στη Χώρα του Ιάσονα. Γεγονότα και αληθινές ιστορίες, Θεσσαλονίκη, Ερωδιός, 2013)