Εισήγηση για τα ογδοντάχρονα του Τ. Κ. Παπατσώνη, Εφήμερον Σπέρμα, 1978, 260-262 (βλ. αρ. 345).Σαββίδης Γ. Π.
Εκτύπωση
Η Εταιρία Σπουδών εκπληρώνει απόψε, στο μέτρο των δυνάμεών-της, ένα χρέος τιμής απέναντι στον ποιητή Τάκη Παπατσώνη, ιδρυτικό μέλος της Εταιρίας-μας και στοργικό παραστάτη του παιδευτικού-μας έργου. Αφορμή για την αποψινή εκδήλωση είναι τα ογδοντάχρονα του κ. Παπατσώνη, του οποίου τα λογοτεχνικά εξηντάχρονα συμπληρώθηκαν ήδη το 1973. Και πρέπει να υπενθυμίσω πως εκείνη η επέτειος γιορτάστηκε τότε σεμνότατα με ειδικό αφιέρωμα του περιοδικού Πνευματική Κύπρος, στο οποίο συνεργάστηκε και ο σημερινός κύριος ομιλητής: ο ποιητής, καθηγητής και εταίρος-μας Ματθαίος Μουντές.
     Είναι λοιπόν φανερό, νομίζω, πως το χρέος τιμής απέναντι στον κ. Παπατσώνη δεν ανήκει μονάχα στην Εταιρία-μας ή στους φίλους και θιασώτες του ποιητή, μα σε ολόκληρο το έθνος των Ελλήνων – και πλατύτερα: σε όλους όσοι θεωρούν την νεότερη Ελληνική Ποίηση ως μιαν από τις υψηλότερες εκφράσεις του σύγχρονου Ευρωπαίου ανθρώπου. Στην ποίηση αυτή, την Νεοελληνική, ο Τάκης Παπατσώνης δεν πρόσφερε απλώς –όπως τόσοι άλλοι άξιοι τεχνίτες-της– όλη-του την ευαισθησία και την σοφία, όλη-του την πολιτισμική και πολιτική πείρα, όλη-του την ψυχική τόλμη και την ρηματική-του ευρωστία. Την ποίηση αυτή –για όποιον ξέρει και θέλει να διαβάσει– ο Παπατσώνης, ήδη από το 1913 και ακατάπαυστα έως σήμερα, την ανανέωσε πνευματικά και λεκτικά, θεματικά όσο και μορφολογικά, με αφοσίωση και ευφροσύνη, με επιμονή και σεμνότητα παραδειγματική.
     Κρίνοντας επιπόλαια, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως ο Τάκης Παπατσώνης στάθηκε άστοργος πατέρας απέναντι στα ίδια-του πνευματικά τέκνα, αφού η πρώτη-του ποιητική Εκλογή τυπώθηκε μόλις το 1934 και η δεύτερη πια το 1962. Αντίστοιχη καθυστέρηση παρουσιάζει η έκδοση και της πολυσήμαντης μεταφραστικής-του εργασίας, και ιδίως η συναγωγή των δοκιμίων-του, στα οποία πραγματώνεται μια ανυποψίαστη ανανέωση του ύφους και του ήθους της στοχαστικής πεζογραφίας-μας. Όμως, τούτα ακριβώς τα δεδομένα –ακόμα και για όποιον αγνοεί την προθυμία και την ταπεινοφροσύνη με την οποία ο ποιητής αυτός (ανέκαθεν αποδέχεται κάθε καλοπροαίρετη πρόσκληση συνεργασίας σε οσοδήποτε εφήμερο έντυπο– τούτα, λέω, ακριβώς τα δεδομένα αποτελούν την πιο πειστική μαρτυρία για την σεμνότητα του Τάκη Παπατσώνη, για την αυστηρότητα με την οποία ξεδιαλέγει για οριστική συσσωμάτωση «τα εσχατολογικά τούτα ψελλίσματα» (όπως αποκαλεί ο ίδιος τα ποιήματά-του, σε μιαν αφιέρωση που αξιώθηκα να έχω από το χέρι-του).
     Κάποτε τον αποκάλεσα «εκκεντρικό», χωρίς να διευκρινίσω πως ο εκκεντρισμός-του είναι φαινομενικός, κυρίως σε σύγκριση με τόσους φυγόκεντρους συγχρόνους-του. Φαίνεται, βέβαια, εκκεντρικός ο Παπατσώνης γιατί δεν έχασε την πίστη-του όταν άλλοι την χλεύαζαν· γιατί δεν απίστησε στις ρίζες-του όταν άλλοι τις πρόδιδαν· γιατί δεν υπέταξε την γλώσσα-του στον οδοστρωτήρα του καθαρευουσιάνικου Δημοτικισμού ή στην μηχανοποίηση και την αφυδάτωση του αγοραίου λογοτεχνικού ιδιώματος της Αθήνας. Για να μιλήσω πιο ωμά: φαίνεται εκκεντρικός ο Παπατσώνης, αφού δεν αυτοκτόνησε, αφού δεν τρελάθηκε από σύφιλη, αφού δεν βούλιαξε σε μια κρασοβαρέλα, αφού δεν αποκτηνώθηκε αναζητώντας τεχνητούς παράδεισους ναρκωτικών, ή αφού δεν πούλησε έρωτα σε άντρα ή γυναίκα.
     Και ποιος θα έχει, σήμερα πια, το θράσος να ψέξει τον Τάκη Παπατσώνη γιατί ο ίδιος δεν φρόντισε, με όλες τις οικονομικές και κοινωνικές-του δυνατότητες, να εφοδιάσει εγκαίρως με στοιχεία επίδοξους βιβλιογράφους-του ή να τροφοδοτήσει αναλυτικούς μελετητές-του; Αν σήμερα ακόμα δεν διαθέτουμε ούτε μία διεξοδική κριτική μελέτη αφιερωμένη στο ποιητικό-του έργο, η έλλειψη αυτή δείχνει την στάθμη των κριτικών-μας, και η παράτασή-της βαραίνει εξ ολοκλήρου την μεροληψία ή την αδράνεια των νεοελληνιστών.
     Αν το καλοσκεφτούμε, η περίπτωση του Τάκη Παπατσώνη ως μοναχικού ποιητή στην Ιστορία της λογοτεχνίας-μας, μονάχα με την περίπτωση του Ανδρέα Κάλβου μπορεί κάπως να παραβληθεί. Κάπως, γιατί ο Κάλβος σώπασε οριστικά στα τριαντατέσσερά-του χρόνια, ενώ στον Παπατσώνη, δόθηκε η χάρη και η ρώμη να συνεχίσει ακλόνητος ως τα ογδόντα-του – μακάρι και ως τα εκατό! Κάπως, επίσης, γιατί, αντίθετα με τον Κάλβο, ο Παπατσώνης ευτύχησε να βρει δημόσια ανταπόκριση, τουλάχιστον σε κάποιους νεότερους ομότεχνούς-του που ευλογήθηκαν από τα κείμενά-του και την φιλία-του. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι η τίμια κατάθεση του Οδυσσέα Ελύτη στα Ανοιχτά Χαρτιά· και, βέβαια, δεν ξεχνώ την βαθιά ποιητική αλληλεγγύη του Κύπριου ποιητή Κυριάκου Χαραλαμπίδη.
     Αλλά το πιο άμεσο παράδειγμα βρίσκεται εδώ μπροστά-μας: ο ποιητής Ματθαίος Μουντές. Η φωνή του (είπε κάποτε) «είναι χυμός που διασχίζει το βάθος της ρίζας». Με την ευγενική συμπαράσταση της τέχνης της Αλίκης Γεωργούλη και του μεγάλου-μας Κατράκη, ο κ. Μουντές έχει απόψε δικαιωματικά το προνόμιο να μας οδηγήσει στο βάθος της ρίζας της ποίησης του Τάκη Παπατσώνη, για μια νέα ψυχική προσέγγιση και μιαν ουσιαστικότερη κοινωνία με το έργο ζωής του πολυχρονεμένου ποιητή-μας.
 
(17 Φεβρουαρίου 1975)

Εισήγηση στην Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας (Ιδρυτής: Σχολή Μωραΐτη) στις 17 Φεβρουαρίου 1975.