|
Καραϊσκάκης Γεώργιος | (8
Παραθέματα)
|
ΓΕΝΝΗΣΗ: Mαυρομμάτι Kαρδίτσας 1780 |
ΘΑΝΑΤΟΣ: Φάληρο 1827 |
|
1. |
Το πρόσωπόν μου δεν το λερώνω, παρά ή με λόγον ή με νόμον, ή τέλος πάντων και με αίμα πασχίζω να έβγω ασπροπρόσωπος και όχι ποτέ ανάξιος και κατησχυμμένος.
|
| Γιάννης Bλαχογιάννης, Iστορική Aνθολογία, 1927. 236. |

|
2. |
Όταν θέλω γίνομαι άγγελος, και όταν θέλω πάλε γίνομαι διάβολος.
|
| Γιάννης Βλαχογιάννης, Ιστορική Ανθολογία, 1927. 239. |

|
3. |
Στον Πειραιά, κατά το 1827, ο Καραϊσκάκης είχε πολλούς γραμματικούς και το Δ. Χρηστίδη, πρόσωπο της εποχής που είχε αρχίσει να παίρνη σημασία κοντά στον Κωλέττη (ήτανε με το παρτίδο του).
Μια μέρα ο Καραϊσκάκης χρειάστηκε να γράψη βιαστικά ένα γράμμα. Χτύπησε τα χέρια.
― Ναρθή ο γραμματικός!
Τρέξαν και φέραν έναν άλλον (όχι το Χρηστίδη). ― Όχι αυτόν! είπε ο Καραϊσκάκης· εκείνον το άλλο, που βάνει το ν στον πάτο, να μου φέρετε! (στο τέλος της λέξης).
|
| Γιάννης Bλαχογιάννης, Iστορική Aνθολογία, 1927. 247. |

|
4. |
Όποιος θέλει να κουμαντάρη τους Έλληνες πρέπει να βαστάη ένα δισάκκι γεμάτο, ομπρός το Χριστό, πίσω τους διαόλους και στη μέση το χρυσάφι.
|
| Γιάννης Bλαχογιάννης, Iστορική Aνθολογία, 1927. 255. |

|
5. |
Καθώς στη φαγούρα του κορμιού είναι γλυκό το ξύσιμο, έτσι και στον πολεμιστή λαό το τεχνικό το ψέμα.
|
| Γιάννης Bλαχογιάννης, Iστορική Aνθολογία, 1927. 256. |

|
6. |
Ο αληθινός αφέντης είναι εκείνος πούκαμε πρώτα δούλος. Όμως αλοί στον αφέντη που δούλος γίνηκε.
|
| Γιάννης Bλαχογιάννης, Iστορική Aνθολογία, 1927. 256. |

|
7. |
Όποιος προκομένος άνθρωπος δεν κρύβει τα κουσούρια του είναι πιο ανόητος κι από τη γάτα που θάφτει την κοπριά της.
|
| Γιάννης Bλαχογιάννης, Iστορική Aνθολογία, 1927. 256. |

|
8. |
Φοβιτσιάρης το ασκέρι σαν πανούκλα το μολεύει και δειλός απελπισμένος γίνεται αντρειωμένος.
|
| Γιάννης Bλαχογιάννης, Iστορική Aνθολογία, 1927. 256. |

|
|