Γιαννόπουλος Περικλής(33  Παραθέματα)
ΓΕΝΝΗΣΗ: Πάτρα 1869
ΘΑΝΑΤΟΣ: Σκαραμαγκάς 1910
Εκτύπωση
1.  Ντροπή Σας να συζητάτε με τον Σκυλόφραγκο αν η Μακεδονική Σας Γη είναι Δική Σας Γη. Και να τον πείσεις, δεν τον πείθεις το Ληστή. Ή μόνος του ή με Σμπίρους βαλτούς θα προσπαθήσει να Σας πάρει κάθε Γη.
     Οι Πολιτισμοί που Σας έμαθαν οι Δασκαλοτσούσιδες να προσκυνάτε μπρούμυτα, Σας καμπανίζουν κατάμουτρα με άγρια χαστούκια: Η ΜΟΝΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΠΑΘΙ.

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 165.




2.  Ο Φίλιππος ήδη τα είχε βγάλει πέρα με όλους τους Ρωμιούς. Ήδη είχεν ειπεί στον υπερτέλειον μεν Ρήτορα, αλλά στενοκέφαλον και στεγνοκέφαλον δυσκοίλιον και γρουσούζικον Τοπικιστήν, που εφοβέριζε την Άρτα από την Πνύκα: ΣΚΑΣΜΟΣ.

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 166.




3.  Λοιπόν όπως ο Αριστοτέλης έφτιανε τον Κόσμο στο χαρτί, ο Αλέξανδρος εθεμελίωνε και αρχιτεκτονούσε, κατά τον Ελληνικό τρόπο και διά του Ελληνισμού, διά πάντα, τον Κόσμον στην Γη.

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 167.




4.  Ελληνική φυλή ο μεγαλύτερος Εχθρός Σου είναι: Ο ΕΑΥΤΟΣ ΣΟΥ.

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 167.




5.  Λένε ότι ο Έλληνας ζυγό δεν υποφέρει στον λαιμό του. Πρόληψις. Αυτοκολακεία. Το γεγονός είναι ότι πετά μεν τον κακοβαλμένο ζυγό, αλλ’ όταν τον καργάρεις καλά στο λαιμό του, κανένας Λαός δεν τον βαστά φρονιμότερα. Διότι ο Έλλην είναι μεν κατεργάρης, αλλά είναι και ΣΟΦΟΣ. Λένε ότι ο Έλληνας είναι Δημοκράτης. Ενώ, εκτός του ότι εβασιλεύθη και Αυτοκρατορεύθη περίφημα, τα περισσότερα από τα Αβασίλευτα Πολιτεύματά του και τα Παμπάλαια και τα χθεσινά του Ζυγού και του Αγώνος ήσαν μάλλον Ολιγαρχικά Αριστοκρατικά. Ο δε γενικός τύπος της Κοινότητος είναι μάλλον, ολιγαρχική Αριστοκρατία.

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 167-168.




6.  ΕΛΛΗΝΙΚΗ Φυλή είσαι ΑΝΗΘΙΚΟΣ: διότι θέλεις οι Φραγκικοί Στρατοί και Στόλοι να Σου φυλάν τ’ αμπέλια ΣΟΥ.

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 169.




7.  ΕΛΛΗΝΙΚΗ Φυλή δε μας λες: ΚΟΚΟΤΑ κατάντησες και δε Σε μέλει και δε μιλάς για τίποτε άλλο παρά ποιος Φράγκος σε χάιδεψε και ποιος σε φίλησε και τίνος αρέσεις;

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 173.




8.  Ζωντόβολα μη φοβάσθε την ΑΛΗΘΕΙΑ. Η Αλήθεια δεν σκοτώνει· τα ΨΕΜΑΤΑ καταθάπτουν τους Λαούς.

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 175.




9.  Η μεγαλύτερη αξία του Χριστιανισμού δι’ Εμάς είναι, ότι μας αποδεικνύει τον Ειδωλολατρισμόν και την Γνησιότητά μας, υπό όλα τα φορέματα.

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 181.




10.  Η από της εμφανίσεως του Εβραϊσμού θρησκομανής και μισαλλόδοξος κατάστασις των ανθρώπων, η σύρριζα αντιφυσική και σύρριζα ΑΝΗΘΙΚΟΣ, η κατασαπίσασα αιώνας και τον Φραγκόκοσμον, είναι απόρροια του έκτοτε εμβολιασμού των Ανθρώπων με τον λυσσασμένον Εβραϊκόν ΙΟΝ ΘΕΟΜΑΝΙΑΣ. Πριν ούτε ο ένας Θεός ήθελε να σκοτώσει τον άλλον, ούτε κανείς ήθελε να ξεπατώσει όλους διά να μοναρχήσει αυτός. Πριν οι άνθρωποι δεν εθεομανούσαν, όπως κάνουν έκτοτε.

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 182.




11.  Από της Πτώσεως ο Ελληνισμός περιπατεί στον Κόσμο με το ΕΝΑ μόνον Εγκεφαλικό Ημισφαίριο, σαν άνθρωπος που του πριόνισαν στη μέση και καθέτως το κεφάλι.

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 196.




12.  Εις το Βυζαντινόν Σημείον και Σταθμόν, πρέπει να στέκεται ο Έλλην, διά να εννοή σωστά τα πριν του, τα έκτοτε και τα τώρα.

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 200.




13.  Εάν ο Τούρκος επείραζε τον ΚΑΛΟΓΕΡΟΝ ο Ζυγός θα ήτο αδύνατον να συγκρατηθή, θα ανετινάσετο τάχιστα εις τον αέρα. Αλλ’ ο Τούρκος μεγαλοφυώς περιποιηθείς τον Καλόγερον, παραχωρήσας εις αυτόν, ό,τι ποτέ οι Αυτοκράτορές μας χάριν του Εθνικού Σκοπού δεν του επέτρεψαν, μοιράσας μαζί του τον Δεσποτισμόν, διά μιας μόνης πράξεως εστερέωνε δι’ αιώνας την Κατάκτησίν του.

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 204.




14.  Η μόνη διαφορά που υπάρχει μεταξύ Τούρκου και Καλογέρου είναι μόνον ότι ο ένας φορεί μαύρο και ο άλλος κόκκινο φέσι.

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 204.




15.  Ο Χριστιανισμός ενώ αφ’ ενός εφαίνετο σώζων την Φυλήν και την διέσωζε πράγματι εν μέρει, αφ’ ετέρου όμως υπήρξε και είναι και τώρα γενικώς: ΤΡΟΜΑΚΤΙΚΟΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ.

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 205.




16.  Ο Ζυγός έπλασε και απεκρυστάλλωσε τους τρεις Κυριοτάτους, γενικότατα και βαθύτατα κυριαρχούντας Πανελληνίους Τύπους που διευθύνουν κατά βάθος την φυλήν, Προ, Κατά και Μετά τον Αγώνα, έως τώρα, δίδουν έκτοτε έως τώρα την μορφήν του Πνεύματος και της ψυχής του καθενός και του συνόλου των Ελλήνων: ΤΟΝ ΚΑΛΟΓΕΡΟ, ΤΟ ΔΑΣΚΑΛΟ, ΤΟΝ ΕΜΠΟΡΟ.

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 208.




17.  Διά να είναι η Φυλή εις το Χάλι που είναι, φανερόν ότι οι Τωρινοί Έλληνες είσθε οι χειρότεροι που υπήρξαν ποτέ.

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 209.




18.  Το Πνεύμα δεν είναι ούτε ΧΗΡΑ αναξιοπαθούσα, ούτε ΟΡΦΑΝΟ Κουλό ή Στραβό. Και αλοίμονον εις τον Λαόν εκείνον που έχει τόσην λίγην συναίσθησιν του πολυτιμοτάτου αυτού Οργάνου Ζωής, της ιδικής του Ζωής, ώστε να φαντάζεται ότι ΣΥΝΔΡΑΜΕΙ το Πνεύμα!!

 Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινόν, 1907. Άπαντα, Α΄, 1963. 238.




19.  Θέλομεν λοιπόν ελληνικήν μουσικήν. Και θέλομεν μίαν αρχήν, ένα πυρήνα πρώτον, ένα συστηματικόν σχολείον θεωρητικής ερεύνης της μουσικής αυτής. Και εάν το Ωδείον, το οποίον έπρεπε από της πρώτης ημέρας, να είναι το σχολείον αυτό, ο σκοπός αυτός, η ψυχή αυτή, η εργασία αυτή, και ώφειλε να το έχει κάμει ήδη, δεν το έκαμε, δεν το κάμνει, δεν έχει σκοπόν να το κάμει, και εννοεί όπως ήτο, όπως είναι, να εξακολουθήσει ον, δηλ. όχι ελληνικόν Ωδείον, αλλ’ Odéon, ας μείνει μέχρις ότου υπάρξουν διευθυνταί και Συμβούλια, έχοντα συναίσθησιν της ελληνικής των εθνότητος και των καθηκόντων των προς το Έθνος. Εάν κάθε -είον πρέπει να είναι ελληνικόν Φονείον ας παραθερίζει εδώ, μας είναι αδιάφορον.

 «Ελληνικήν μουσικήν εμπρός!», 1904. Άπαντα, Α΄, 1963. 76.




20.  Η δύναμις λοιπόν του Φωτός, ο διαπερασμός αυτού, η διαφάνεια του αέρος, η διαυγεστάτη Γραφή της Γραμμής είναι καταπληκτική. Εις οιονδήποτε ύψωμα και αν αναβήτε βλέπετε ένα κόσμον ολόκληρον. Έχετε διά της οράσεως την αίσθησιν παντός ό,τι σας περιβάλλει.
     Όλα από των μεγάλων μέχρι των μικροσκοπικών: Φαίνονται. Το κάθε τι όσον μικρόν και αν είναι, θέλει να φαίνεται σαν Έλλην πηγαίνων περίπατον. Και τόσον όλα θέλουν να φαίνονται, και φαίνονται τόσον, ώστε μετά την δύσιν ένα λεπτόν δένδρον ιστάμενον έσωθεν του σκιερού ανατολικού τείχους της Ακροπόλεως και γραφόμενον τριχοειδώς εις το όπισθέν του φωτεινότερον αέρα λέγει... εις τον περιπατητήν της Ζαππείου πλατείας μέχρι της ογδόης εσπερινής ώρας: Φαίνομαι και εγώ.

 «Η ελληνική γραμμή», 1901. Άπαντα, Α΄, 1963. 20-21.




21.  Η ξενομανία είναι χωριατιά. Είναι προστυχιά. Είναι κουταμάρα. Είναι αφιλοτιμία. Είναι αφιλοπατρία. Και είναι ξυπασιά. Και είναι αμάθεια.

 «Η ξενομανία», 1903. Άπαντα, Α΄, 1963. 9.




22.  Η αληθής αγάπη των πραγμάτων δεν είναι η τυφλή υμνωδός, αλλ’ η ειλικρινώς και γενναίως λέγουσα την αλήθειαν, η ζητούσα το βέλτιον ολοέν.

 «Η σύγχρονος ζωγραφική», 1903. Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, Διον. Ζακυθηνός, Ε.Π. Παπανούτσος (επιμ.), Νεοελληνική κριτική. Βασική Βιβλιοθήκη, 42. Εκδοτ. οίκος Ιωάννου Ν. Ζαχαροπούλου, 1956. 228.




23.  Και δεν υπάρχει καθαρότερον συμφέρον διά τους καλλιτέχνας ενός λαού από του να κατορθώσουν να παρουσιάσουν μίαν τέχνην πρωτότυπον. Και δεν υπάρχει καθαρότερον συμφέρον διά πάντα καλλιτέχνην από του να κατορθώσει να παρουσιάσει έργον πρωτότυπον. Δι’ αυτό οι καλλιτέχναι παντός Έθνους εκφράζουν τον ιδικόν των κόσμον, ον αισθάνονται και νοούν και δύνανται να μελετήσουν και αναπαραστήσουν καλύτερα παντός άλλου.

 «Η σύγχρονος ζωγραφική», 1903. Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, Διον. Ζακυθηνός, Ε.Π. Παπανούτσος (επιμ.), Νεοελληνική κριτική. Βασική Βιβλιοθήκη, 42. Εκδοτ. οίκος Ιωάννου Ν. Ζαχαροπούλου, 1956. 230-231.




24.  Το Ελληνικόν Πνεύμα του λήγοντος από του Αγώνος Αιώνος ―Πνεύμα Αερολογικόν― εφάνη Ανικανότατον να εννοήσει την ΕΛΛΗΝΙΚΗΝ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ. Το Ελληνικόν Πνεύμα του λήγοντος Αιώνος εφάνη Ανικανότατον να εννοήσει σαφώς, πρώτον την Φυσιολογίαν του Έλληνος και δεύτερον την Φυσιολογίαν της Ελληνικής Φυλής, ίνα διά των δύο μοναδικών αυτών ριζικών μέσων, εννοήση το Παρελθόν Αυτής ολόκληρον μέχρι της Επαναστάσεως, καθώς και το Παρόν, ούτω δε εκ της τριπλής γνώσεως, ασφαλώς οδηγούμενον, διαγράψη Σαφέστατα τας Βάσεις της Δημιουργίας του ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ.

 Νέον Πνεύμα, 1906. Άπαντα, Α΄, 1963. 99.




25.  Η διπλή αυτή ριζική Άγνοια, της Φυσιολογίας του Έλληνος και της Φυσιολογίας της Φυλής ―Άγνοια υπερβαίνουσα κάθε Φαντασίαν― καθιστώσα ακατανόητον και τον Έλληνα του Παρελθόντος και τον Έλληνα του Παρόντος, καθιστώσα ακατανόητα και άχρηστα όλα τα Παρελθόντα, και όλα τα Παρόντα, είναι η εσωτάτη αιτία του χαώδους εν τω σκότει μουρλοστροβιλισμού, του αδιεξόδου Πανζουρλισμού όλων ανεξαιρέτως των Ελληνικών ζητημάτων, είτε Ιστορικών είτε Αρχαιολογικών, είτε Πολιτικών, είτε Ιδεολογικών, είτε Φιλολογικών, είτε Καλλιτεχνικών, είτε Διπλωματικών, είτε Στρατιωτικών, είτε Κοινωνικών, είτε Γλωσσικών, είτε Παρελθόντων, είτε Παρόντων, είτε Ελλαδικών, είτε Πανελληνίων. Διότι είναι πανολέθριον να μη ομολογείται, ότι η Ελλάς είναι χώρα Παράφρων, απ’ αυτής ακόμη της μακρινής ημέρας, καθ’ ην οι δύο Μαυρομιχάλαι, εμαχαίρωσαν και επιστόλισαν τον Καποδίστριαν.

 Νέον Πνεύμα, 1906. Άπαντα, Α΄, 1963. 99.




26.  Μη Σας ξαφνίζει η χαμηλότης της Γλώσσης. Κανένα γλωσσικόν κατέβασμα δεν θα κατόρθωνε να ζωγραφίσει την ποταπότητα των Ελλαδικών Πραγμάτων.

 Νέον Πνεύμα, 1906. Άπαντα, Α΄, 1963. 104.




27.  Η Ιστορία του Αιώνος αυτού εγράφη υπό την Χαντζάραν των Κλεφτών και υπό το τακούνι των Βουλευτών. Και με ΨΕΥΔΗ δεν δημιουργούνται ΕΘΝΗ.

 Νέον Πνεύμα, 1906. Άπαντα, Α΄, 1963. 107.




28.  Οι Κλέφται ελευθέρωσαν την Ελλάδα και αμέσως έπειτα την ΕΣΚΟΤΩΣΑΝ.
     Εδημιουργήθη ένας Εθνικός Εγκέφαλος, με Πελώριον, με εξωτερικόν κούπωμα, αλλά ΑΔΕΙΑΝΟΣ, σαν το εσωτερικόν της Αγίας Σοφίας τώρα.

 Νέον Πνεύμα, 1906. Άπαντα, Α΄, 1963. 108.




29.  Το απελπιστικόν είναι η κατάστασις του Ελλαδικού Πνεύματος. Ουδέποτε το Ελληνικόν Δαιμόνιον κατήντησεν εις τοιαύτην αποχαύνωσιν, εις τοιούτον αφανισμόν. Το Ελλαδικόν Πνεύμα απεκρυσταλλώθη, εις ένα ανυπόφορον Βλακόπνευμα. Βλαξ τέλειος, σαν πρέσβυς και σαν υπουργός εξωτερικών, ένα Είδωλον διπρόσωπον, σαν τους Ερμάς των παλαιών μας δρόμων. Μιστριώτης Ψυχάρης με την μίαν όψιν, απολίθωμα Βλακοδιδασκαλικού Μπαμπούλα, με την άλλην, αποκρυστάλλωμα μειδιάματος Αυταρέσκου Βλακοκατεργάρη. Το καταχρεωκοπημένον Ελλαδικόν Βλακόπνευμα, το ναυαγήσαν καθ’ όλας του ανεξαιρέτως τας αενάους επιχειρήσεις, απεκοκκαλώθη: Θρησκευτικός κοιλοτυμπανισμός. Πολιτικός Κραβαριτισμός. Διπλωματικός Αποστραβωμός. Επιστημονικός Κομπογιανιτισμός και αναιδέστατος διαφημισμός. Στρατιωτικός Περικλετισμός. Ναυτικός Φασουλισμός. Κοινωνικός Σαπισμός, Εμπορικός Σαραφισμός. Ιδεολογικός Τσουμπεδισμός. Φιλολογικός Φουστανελισμός και Καλλιτεχνικός πανελλαδικός γκαρικτικότατος Γαϊδουρισμός.

 Νέον Πνεύμα, 1906. Άπαντα, Α΄, 1963. 119-120.




30.  Έναν ολόκληρον Αιώνα καταβεβηλώνετε αποτρόπαια τους Πρώτους Ναούς της Φυλής. Και οι Ωραίοι Θεοί εκδικούμενοι Σας μετεμόρφωσαν εις ΧΟΙΡΟΥΣ.

 Νέον Πνεύμα, 1906. Άπαντα, Α΄, 1963. 128.




31.  Όταν η Ξετσίπωτη Γύφτισσα ―η Τωρινή Ρωμηοσύνη― πετάξει τα παλιοχρώματά της και φορέσει τα Χρώματα της Γης της, τότε θα υπάρξει Χροϊκώς: ΕΛΛΑΣ.

 «Το ελληνικόν χρώμα», 1904. Άπαντα, Α΄, 1963. 50.




32.  Οι Τωρινοί έχουν φάγει: ΤΡΕΛΛΟΧΟΡΤΟΝ και έχουν πίει: ΤΡΕΛΛΟΝΕΡΟΝ. Φεύγουν από την ΗΜΕΡΑΝ και πηγαίνουν εις την ΝΥΚΤΑ. Ζητούν από την Νύκτα τα έργα της Ημέρας. Ζητούν από την ΝΥΚΤΑ τας ΤΕΧΝΑΣ... ΓΡΑΜΜΩΝ και ΧΡΩΜΑΤΩΝ... Πηγαίνουν εις το Έρεβος να ιδούν το Φως. Εις το ΠΑΡΙΣΙ...ΜΟΝΑΧΟΝ.

 «Το ελληνικόν χρώμα», 1904. Άπαντα, Α΄, 1963. 58.




33.  Το Φόντο της όλης, της αρχήθεν έως τώρα Ευρωπαϊκής Ζωγραφικής, γενικώς και μαθηματικώς ακριβώς είναι ΜΑΥΡΟΝ. Αντικαταστήσετε αυτό με ΗΛΙΟΝ, ΗΛΙΟΝ, ΗΛΙΟΝ, Ήλιον, ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΧΡΥΣΟΝ και έχετε την ιδέαν της Ελληνικής Ζωγραφικής. Και αυτό προς το παρόν.

 «Το ελληνικόν χρώμα», 1904. Άπαντα, Α΄, 1963. 73.