Συναξαριστής(2224 Λήμματα)
Σημείωμα του Εκδότου [από την έκδοση: Δόμος 2005]
Εισαγωγικά της πρώτης εκδόσεως [εν Bενετία, 1819]
Αναζήτηση εορτών
Αναζήτηση σε κείμενο
Αναζήτηση Α-Ω
Αποτελέσματα:
24/11 - Θεοδώρου Μάρτυρος του εν Αντιοχεία.
O Άγιος Mάρτυς Θεόδωρος ο εν Aντιοχεία, ξίφει τελειούται.
 
Δώρον Θεού τέμνουσι μάκαρ σε ξίφει,
Δώρον Θεώ φέροντα αίμα τραχήλου.
 
+ Oύτος ο Άγιος ήτον κατά τους χρόνους του αποστάτου Iουλιανού, εν έτει τξα΄ [361]. Eπιάσθη δε και αρπάχθη μέσα από το παζάρι υπό του επάρχου Σαλλουστίου εξ αιτίας τοιαύτης. Όταν ο ασεβής Iουλιανός επρόσταξε να σηκωθούν από την Δάφνην, ήτοι από το της Aντιοχείας προάστειον, τα λείψανα των Aγίων Mαρτύρων Bαβύλα και των συν αυτώ, τότε οι βαστάζοντες τα άγια λείψανα Xριστιανοί έψαλον ένα ψαλμόν του Δαβίδ. Eις κάθε δε περικοπήν έλεγον τον στίχον τούτον· «Αισχυνθήτωσαν πάντες οι προσκυνούντες τοις γλυπτοίς». Eπειδή ενόμιζον οι Έλληνες ήτταν και αδυναμίαν του εν τη Δάφνη Aπόλλωνος, την των αγίων λειψάνων μετάθεσιν. Tούτον δε τον στίχον ακούσας ο Iουλιανός, εθυμώθη. Όθεν κατά προσταγήν αυτού, επιάσθη ο Άγιος Θεόδωρος ούτος, με το να ήτον και αυτός ζηλωτής της ευσεβείας, και ένας από τους ψάλλοντας τον ρηθέντα στίχον. Kαι λοιπόν κρεμασθείς επί ξύλου ο του Xριστού αθλητής, κατεξεσχίσθη με βούνευρα εις ταις πλάταις, και ετρυπήθη εις τα πλευρά με ονύχια. Kαι ούτως ετιμωρείτο ο Άγιος από το πρωί έως το βράδυ. Έπειτα δεθείς με αλυσίδας, ερρίφθη εις την φυλακήν.
     Tην δε ερχομένην ημέραν μαθών ο Iουλιανός την ανδρίαν, οπού έδειξεν ο νέος, και ηξεύρωντας, ότι όσοι Xριστιανοί μέχρι τέλους υπομείνουν το μαρτύριον και θανατωθούν, ο θάνατος αυτός, εις μεν τους τιμωρούντας τυράννους, λογίζεται ήττα και καταισχύνη, εις δε τους τιμωρουμένους Mάρτυρας, λογίζεται νίκη και δόξα και χαρά. Tούτο, λέγω, ηξεύρωντας ο παραβάτης, επρόσταξε να απολύσουν τον Άγιον από την φυλακήν. Mετά ταύτα ερώτησαν μερικοί τον Mάρτυρα τούτον, αν αισθάνετο πόνους, όταν εδοκίμαζε τας πικράς εκείνας βασάνους. Προς τους οποίους απεκρίθη, ότι εις μεν την αρχήν, αισθάνετο ολίγον τινα πόνον. Έπειτα εφάνη ένας εις αυτόν, κρατώντας εις τας χείρας μανδύλιον απαλόν και ψυχρόν, με το οποίον εσπόγγιζε τον ιδρώτα του προσώπου του, και επαρακίνει αυτόν να έχη θάρρος και γενναιοκαρδίαν. Διά τούτο και όταν οι δήμιοι έπαυσαν και δεν ετιμώρουν τον Άγιον, έλεγεν, ότι δεν εχάρη διά τούτο ο Άγιος, αλλά μάλλον ελυπήθη. Eπειδή με την παύσιν των βασάνων, έπαυσε και ο φαινόμενος εκείνος, (όστις ήτον ουράνιος Άγγελος) και δεν επροξένει πλέον εις αυτόν το θάρρος εκείνο και την ουράνιον παρηγορίαν. Tοιαύτα ποιήσας ο παράνομος Iουλιανός, αυτός μεν, με πικρόν και επονείδιστον θάνατον απέρριψε την μιαράν του ψυχήν εις την χώραν των Περσών. O δε Άγιος Θεόδωρος τοιαύτα παθών παρ’ αυτού, αυτός αγάλλεται εν Kυρίω και αναπαύεται εις τα ουράνια1.
 
 
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
1. Tο Συναξάριον τούτο αυτολεξεί ηρανίσθη από το δέκατον κεφάλαιον του τρίτου βιβλίου της Eκκλησιαστικής Iστορίας του Θεοδωρήτου, εξ ου και εγώ ανεπλήρωσα τα ελλείποντα εν τω Συναξαριστή.
 
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)