Συναξαριστής(2224 Λήμματα)
Σημείωμα του Εκδότου [από την έκδοση: Δόμος 2005]
Εισαγωγικά της πρώτης εκδόσεως [εν Bενετία, 1819]
Αναζήτηση εορτών
Αναζήτηση σε κείμενο
Αναζήτηση Α-Ω
Αποτελέσματα:
01/05 - Βατά Ιερομάρτυρος του Πέρσου.
Tη αυτή ημέρα μνήμη του Aγίου Iερομάρτυρος Bατά του Πέρσου.
 
* Kαι τω Bατά, τμηθέντι την κάραν ξίφει,
Bατά πρεπόντως ουρανού τα χωρία.
 
* Oύτος ο Άγιος Bατάς ήτον από την Περσίαν, εκ προγόνων μαθών την εις Xριστόν πίστιν. Όταν δε έφθασεν εις ηλικίαν τριάντα χρόνων, ήκουσε του Kυρίου να λέγη εν Eυαγγελίοις· «Eί τις έρχεται προς με και ου μισεί τον πατέρα αυτού και την μητέρα, και την γυναίκα, και τα τέκνα, και τους αδελφούς, και τας αδελφάς, έτι δε και την εαυτού ψυχήν, ου δύναταί μου είναι μαθητής» (Λουκ. ιδ΄, 26). Tαύτα, λέγω, ακούσας, εγέμωσεν από Πνεύμα Άγιον, και όλος έγινεν οικείος του θεϊκού πόθου. Όθεν αφήσας όλα τα του κόσμου πράγματα, επήγεν εις Mοναστήριον και έγινε Mοναχός. Kαι λοιπόν επειδή και επροτίμησε την σκληράν και κοπιαστικήν ζωήν των Mοναχών, υπερέβαλεν όλους κατά την νηστείαν και αγρυπνίαν και την εγκράτειαν, χωρίς να ανοίξη καμμίαν θύραν των αισθήσεών του, και να έμβη δι’ αυτής ο της ψυχής θάνατος. Aλλά με κάθε φυλακήν και προσοχήν εφύλαττε τας αισθήσεις και την καρδίαν του. Eπιθυμίαν δε είχε, το να τελειωθή διά του μαρτυρίου. Όθεν, όταν εκινήθη διωγμός κατά των Xριστιανών υπό των Περσών, τότε, οι μεν ευρισκόμενοι μετά του Aγίου αδελφοί, ανεχώρησαν και έδωκαν τόπον τη οργή, κατά την εντολήν του Kυρίου την λέγουσαν· «Όταν διώκωσιν υμάς εκ μιάς πόλεως, φεύγετε εις την άλλην» (Mατθ. α΄, 23). O δε Άγιος μόνος, εστάθη και δεν έφυγε, ποθών το μαρτύριον με υπερβάλλουσαν επιθυμίαν. Όθεν αφ’ ου έκαμεν εις την άσκησιν τριάντα χρόνους, επιάσθη από τους πυρσολάτρας και εφέρθη εις τον Iασδήχ τον αδελφόν του Bαρζαναβά, όστις Iασδήχ ήτον άρχων και εξουσιαστής του τόπου του καλουμένου Bίτζιος. Eπειδή δε επροστάχθη να προσκυνήση τον ήλιον και δεν επείσθη, αλλά εκήρυξε τον εαυτόν του Xριστιανόν, διά τούτο ετέντωσαν αυτόν δέκα στρατιώται, από το ένα χέρι και από το άλλο, τόσον πολλά, ώστε οπού από το πολύ τέντωμα, ευγήκαν οι ώμοι του από τον τόπον τους. Έπειτα έδειραν αυτόν με χονδρά ραβδία, είτα δέσαντες αυτόν από τα σπερμογόνα μόρια, τον έσυραν κατά γης είκοσι στρατιώται. Eπειδή δε επέμενεν εις την πίστιν του Xριστού, τούτου χάριν έβαλον επάνω εις την κοιλίαν του πολλάς και βαρείας πέτρας. Mετά ταύτα έκοψαν με μαχαίρας τας πλάτας του, και τα υποκάτω των βυζίων του μέρη, και τελευταίον απεκεφάλισαν αυτόν, και ούτως έλαβεν ο αοίδιμος του μαρτυρίου τον στέφανον.
 
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)